Νεοπλατωνισμός
Ο όρος «νεοπλατωνισμός» δημιουργήθηκε τον 19ο αιώνα για να δηλώσει την τελευταία φάση του αρχαίου πλατωνισμού, 3ος - 6ος αιώνας μ.Χ., που περιελάμβανε στοιχεία πλατωνικής φιλοσοφίας, μυστικισμού και θρησκείας, και έγινε η κυρίαρχη φιλοσοφική τάση μέχρι το τέλος της αρχαιότητας.
Ο όρος «νεοπλατωνισμός» δηλώνει το τέλος του πλατωνισμού από τον 2ο αιώνα μ.Χ. (με τον Πλούταρχο) και τη νέα φιλοσοφική τάση που ξεκίνησε τον 3ο αιώνα με τον Πλωτίνο και συνεχίστηκε με τους μαθητές του μέχρι τον 5ο αιώνα. Αρκετά νεοπλατωνικά στοιχεία βρίσκουμε στη φιλοσοφική τάση του μεσοπλατωνισμού και σε νεοπυθαγόρειους φιλοσόφους όπως ο Νουμήνιος.
Εκτός από τους νεοπλατωνικούς της αρχαίας ελληνικής παράδοσης, υπήρξαν και χριστιανοί νεοπλατωνικοί όπως ο Αυγουστίνος (4-5ος αιώνας μ.Χ.), ο Βοήθιος (5-6ος αιώνας μ.Χ.) και κατά τον Μεσαίωνα ο Εριγένης (9ος αι.μ.Χ.) και ο Μποναβεντούρα (13ος αι.). Νεοπλατωνικός που έγραφε στα ελληνικά ήταν ο ψευδο-Διονύσιος Αρεοπαγίτης (5-6ος αιώνας μ.Χ.) κ.ά. ενώ, επίσης, υπήρξαν νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι ισλαμιστές.
Νεοπλατωνικοί θεωρούνται οι στοχαστές του Βυζαντίου, Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων (14-15ος αι.), της Αναγέννησης Μαρσίλιο Φιτσίνο και Πίκο ντελα Μιράντολα (15ος), οι Πλατωνιστές του Πανεπιστημίου του Καίημπριτζ (τον 17ο αιώνα) και κάποιοι Γάλλοι φιλόσοφοι χριστιανοί καθολικοί (20ος αι.).
Ιδρυτής του νεοπλατωνισμού θεωρείται ο Πλωτίνος (3ος αι.) με το έργο του Εννεάδες που σώθηκε ολόκληρο. Πίστευε ότι η πραγματικότητα προέρχεται από μία αρχή, το Εν ή Αγαθόν, η οποία γεννά τον Νου εντός του οποίου συλλαμβάνονται ως έννοιες οι πλατωνικές Ιδέες. Οι επιρροές του Πλωτίνου φαίνεται να προέρχονται από τον Παρμενίδη και τη Δεύτερη Επιστολή όσον αφορά την προτεραιότητα του Ενός.
Η φιλοσοφία του Πλωτίνου διαδόθηκε από μαθητές του κύκλου του, όπως ο Πορφύριος από τη Συρία, αντίπαλος του χριστιανισμού, εκδότης του έργου Εννεάδες. Μεγάλη μορφή του νεοπλατωνισμού θεωρείται επίσης ο Ιάμβλιχος από τη Συρία, που εφάρμοσε τη «θεουργία» (=η ένωση της ψυχής με τον Θεό γίνεται μέσω μαγείας και μυστικών συμβόλων).
Τον 4ο αιώνα ο νεοπλατωνισμός μεταφέρεται στη σχολή της Αλεξάνδρειας και στη σχολή της Αθήνας. Το πρόγραμμα σπουδών στον νεοπλατωνισμό ξεκινούσε με τη μελέτη της αριστοτελικής λογικής για την κατανόηση των πλατωνικών διαλόγων και περιελάμβανε τη μελέτη του Τίμαιου και του Παρμενίδη.
Μεγάλη μορφή του νεοπλατωνισμού ήταν ο Πρόκλος (5ος αι. μ.Χ.). Έγραψε υπομνήματα στους πλατωνικούς διαλόγους και δύο έργα στα οποία περιγράφει το σύστημα προέλευσης όλης της πραγματικότητας από την πρώτη αρχή, το Εν.
Ο Δαμάσκιος (5ος αι. μ.Χ.) ήταν ο επικεφαλής της νεοπλατωνικής σχολής των Αθηνών όταν ο Ιουστινιανός αποφάσισε το κλείσιμό της το 529 μ.Χ. Στο έργο του προσπάθησε να αναλύσει το μυστήριο Εν. Οι μαθητές του, ο Σιμπλίκιος και ο Ολυμπιόδωρος έγραψαν κυρίως υπομνήματα.
Ο σκοπός της φιλοσοφίας για τους νεοπλατωνικούς είναι η μυστικιστική ένωση της ανθρώπινης ψυχής με τις ανώτερες υποστάσεις και κυρίως το Εν. Όπως στον Πλάτωνα και τον Σωκράτη έτσι και στους Νεοπλατωνικούς η φιλοσοφία είναι τρόπος ζωής.
Ο νεοπλατωνισμός συνένωσε την αρχαία ελληνική φιλοσοφία με τη θρησκεία των λαών της Ανατολής. Συνδύασε την πλατωνική φιλοσοφία με άλλες αρχαίες σχολές και μυθολογικά στοιχεία από τα ομηρικά και ησιόδεια έπη και τους Ορφικούς. Πολλοί μελετητές θεωρούν τον νεοπλατωνισμό ως την ελληνική απάντηση στην ιουδαιο-χριστιανική θρησκεία. Ο Πορφύριος έγραψε το έργο Κατά Χριστιανών. Ο Ιουλιανός στράφηκε εναντίον των χριστιανών, ενώ η Υπατία ήταν το μεγάλο θύμα της ακραίας σύγκρουσης Πλατωνιστών και Χριστιανών.