Φίληβος
Διάλογος της ύστερης συγγραφικής περιόδου του Πλάτωνα. Γνωστός στην αρχαιότητα και ως «Περί ηδονής, ηθικός» με στόχο την έρευνα για το αγαθό και τη συνεισφορά της ηδονής και της γνώσης στην ευδαιμονία.
Ο διάλογος ανάμεσα στον Σωκράτη, τον Φίληβο και τον Πρώταρχο διεξάγεται μπροστά σε ένα βουβό ακροατήριο ανώνυμων νέων Αθηναίων. Δεν παρέχονται στοιχεία για τον δραματικό χρόνο και τόπο και οι πληροφορίες για τους συνομιλητές του Σωκράτη δεν πείθουν ότι πρόκειται για ιστορικά πρόσωπα. Το θέμα του διαλόγου, η ηθική, αλλά και η μορφή του διαλόγου παραπέμπουν σε πρώιμο σωκρατικό διάλογο. Υπάρχουν όμως επαρκείς ενδείξεις τοποθετούν τον Φίληβο στην ύστερη σ (ίσως μέσα στη δεκαετία 360-350 π.Χ.) και συνδέουν τον Φίληβο με τον Τίμαιο, τον Πολιτικό και τους Νόμους.
Ο διάλογος λαμβάνει ως δεδομένο έναν ανταγωνισμό μεταξύ δύο υποψηφίων για το αγαθό. Στην πρώτη περίπτωση το αγαθό ταυτίζεται με τον νου και την φρόνηση, ενώ στην άλλη με την ηδονή και την απόλαυση. Στην εναρκτήρια σκηνή ο αρχικός συνομιλητής του Σωκράτη, ο αμετάπειστος ηδονιστής Φίληβος, παραδίδει την εκπροσώπηση της ηδονής στον Πρώταρχο, ο οποίος στην πορεία αλλάζει στάση και από αντίπαλος μετατρέπεται σε ακόλουθο της σωκρατικής στρατηγικής. Στην πορεία του διαλόγου θα προταθέι μία εναλλακτική επιλογή σύμφωνα με την οποία ο αγαθός βίος δεν είναι αποκλειστικά «θεωρητικός» ή ηδονικός αλλά μεικτός, μια ανάμειξη δηλαδή φρόνησης και ηδονής.Ο ανταγωνισμός κατ’ ουσίαν μετασχηματίζεται σε παιδευτική διαδικασία μέσα από την οποία ο συνομιλητής του Σωκράτη (και κατ’ επέκταση ο πλατωνικός αναγνώστης) θα πεισθεί για την ορθότητα της τρίτης επιλογής, του μεικτού βίου.
Με τον μεικτό βίο ο Πλάτων δεν υιοθετεί μια λιγότερο αυστηρή στάση απέναντι στις ηδονές. Καταρχήν οι ηδονές του μεικτού βίου είναι οι: α) οι αληθείς και καθαρές ηδονές β) οι αναγκαίες για την επιβίωση και γ) όσες συνοδεύουν τις αρετές. Η ανάμειξη δεν «οφείλει» την αγαθότητά της στα συστατικά της (ηδονή και φρόνηση) αλλά στο μέτρο, το κάλλος και την αλήθεια.
Στον Φίληβο η αρνητική στάση του Πλάτωνα απέναντι στην ηδονή μετριάζεται. Η ιεράρχηση όμως των ηδονών διασφαλίζει την υπεροχή της νόησης υποτάσσοντας τις ηδονές σε μία αντίληψη του μέτρου.