Καππαδόκες και πλατωνισμός
Η σκέψη των Καππαδοκών χριστιανών στοχαστών του 4ου αι. (κυρίως Βασίλειος, Γρηγόριος Νύσσης, Γρηγόριος Θεολόγος) αποτελεί κομβικό σημείο για την ανάπτυξη της χριστιανικής σκέψης. Στο έργο τους είναι εμφανής η επιρροή της αρχαία ελληνική φιλοσοφία, μολονότι ο κάθε πατέρας αξιοποιεί σε διαφορετικό βαθμό τις πλατωνικές αντιλήψεις για τον θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο.
Οι Καππαδόκες στοχαστές συνέβαλαν αποφασιστικά στη διαμόρφωση του χριστιανικού δόγματος κατά τον 4ο – 5ο αιώνα μ.Χ. Με τη βοήθεια του φιλοσοφικού λεξιλογίου του πλατωνισμού αλλά και τη θεολογική και φιλοσοφική μόρφωση που διαθέτουν, επιχειρούν να διευκρινίσουν κύρια ζητήματα της χριστιανικής θεολογίας.
Ο Βασίλειος, που ονομάστηκε Μέγας, γεννήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, περίπου το 330 μ.Χ., σε χριστιανική οικογένεια. Ανάμεσα στα αδέλφια του ήταν ο Γρηγόριος (μετέπειτα Νύσσης) και η Μακρίνα. Φίλος από νεαρή ηλικία με τον Γρηγόριο (τον Ναζιανζηνό) , σπούδασε στην Καισάρεια, την Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα (351μ.Χ.), ρητορική, φιλοσοφία, αστρονομία, γεωμετρία κ.ά. Άφησε την καριέρα του δασκάλου ρητορικής και την περιουσία του, και αποσύρθηκε στην ασκητική ζωή (συμβάλλοντας πρακτικά και θεωρητικά στην αναδιάρθρωση του μοναχισμού). Επιστρέφοντας στην Καισάρεια (362 μ.Χ.), αφιερώνει τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του στο ποιμαντικό, φιλανθρωπικό και συγγραφικό έργο του, αγωνιζόμενος ειδικά εναντίον της αίρεσης Αρειανών. Πέθανε την 1η Ιανουαρίου 379. Ο Μέγας Βασίλειος αξιοποιεί την αρχαιοελληνική παιδεία στο βαθμό που αυτή ωφελεί τους χριστιανούς. Σε αυτό το πλαίσιο ο Μέγας Βασίλειος χρησιμοποιεί στα έργα του την αφήγηση της δημιουργίας του κόσμου του Τίμαιου, τον μύθο της φτερωτής ψυχής του Φαίδρου, τη θεωρία του σώματος ως φυλακής της ψυχής του Φαίδωνα. Σημαντική είναι επίσης η επίδραση που δέχεται από τον Πλωτίνο.
Ο Γρηγόριος γεννήθηκε στην Αριανζό, κοντά στη Ναζιανό της Καππαδοκίας, το 329/30, σε εύπορη οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν ο επίσκοπος Ναζιανζού και η μητέρα του Νόννα τον μύησε στον χριστιανισμό. Σπούδασε στην Παλαιστίνη και στην Καισάρεια ρητορική, γνώρισε στην Αλεξάνδρεια το έργο του Ωριγένη και στην Αθήνα πέρασε τα φοιτητικά του χρόνια δίπλα στον Βασίλειο και για μικρό διάστημα με τον κοινό γνωστό τους Ιουλιανό. Εκλέχθηκε Πατριάρχης το 381 μ.Χ. Έγραφε ότι αυτό που πραγματικά επιθυμούσε ήταν να γίνει φιλόσοφος. Αποχώρησε το 381μ.Χ. από το αξίωμά του και, αφοσιωμένος πλέον στη μελέτη, την ποίηση και τη θεωρία, πέθανε στη γενέτειρά του λίγο πριν από το 390.
Ο Γρηγόριος, αδελφός του Βασιλείου, γεννήθηκε περίπου το 335 μ.Χ. στη Νεοκαισάρεια του Πόντου. Σπούδασε σε φιλοσοφικές σχολές και είχε ρητορική παιδεία. Μετά τον θάνατο της γυναίκας του αποσύρθηκε και αφιερώθηκε στην άσκηση και τη μελέτη της θεολογίας. Συχνά αποκαλείται χριστιανός πλατωνικός, ενώ έχει επηρεαστεί και από τον Πλωτίνο. Η σημαντικότερη πλατωνική επιρροή στο έργο του είναι η σύνδεση το θεού με το αγαθό, το ωραίο και το αληθές. Ο Γρηγόριος αρνείται τη μετενσάρκωση , αποδέχεται την αθανασία της ψυχής και, τελικά, σε αντίθεση με τον Πλάτωνα, τη σωματική ανάσταση• επίσης, παρά την αρχική κριτική του στα ανεξέλεγκτα συναισθήματα, τελικά υποστηρίζει τον θετικό ρόλο τους.