Διάλογος της ωριμότητας του Πλάτωνα με τυπικό θέμα τον ορισμό του σοφιστή και τη διάκρισή του από τον πολιτικό και τον φιλόσοφο. Στον διάλογο όμως συζητούνται πολλά καίρια ζητήματα της πλατωνικής διαλεκτικής και της θεωρίας των Ιδέων

Δραματικό πλαίσιο, πρόσωπα και μορφή του διαλόγου

Αν και ο Σοφιστής δεν μας προσανατολίζει σχετικά με το δραματικό πλαίσιό του, ο συγγραφέας του εξαρχής παραπέμπει στον Θεαίτητο απ' όπου και αντλούμε πληροφορίες για το δραματικό σκηνικό και τον δραματικό χρόνο του έργου. Το αρχικό σχόλιο ότι συνεχίζεται η συζήτηση της προηγούμενης μέρας μάς επιτρέπει να τοποθετήσουμε τον διάλογο στο σκηνικό του γυμνασίου, την επομένη της καταγγελίας του Μέλητου εναντίον του Σωκράτη, δηλαδή λίγο πριν τη θανατική του καταδίκη. Ο Σωκράτης είναι αυτός που θέτει το θέμα της συζήτησης, τον ορισμό του σοφιστή. Ωστόσο, σε αντίθεση με τους περισσότερους πλατωνικούς διαλόγους, δεν συμμετέχει σ' αυτή. Το νέο μέλος της παρέας, ένα μη ιστορικό και ανώνυμο πρόσωπο, ο Ελεάτης Ξένος, οπαδός του Παρμενίδη και του Ζήνωνα, γίνεται ο φορέας των κεντρικών θέσεων του έργου. Βασικός του συνομιλητής είναι ο Θεαίτητος, μαθηματικός και μέλος της πλατωνικής Ακαδημίας, ένας νέος που μοιάζει πολύ στην όψη με τον Σωκράτη. Ένα επιπλέον πρόσωπο, ο γεωμέτρης και αστρονόμος Θεόδωρος, αποσύρεται μετά τις αρχικές συστάσεις, ενώ σιωπηλός παριστάμενος είναι ένας ακόμη, νέος αυτή τη φορά, Σωκράτης. Εκτός από τη συρρίκνωση του δραματικού πλαισίου και τον υποβαθμισμένο ρόλο του Σωκράτη, η μειωμένη σημασία του διαλογικού στοιχείου συνιστά μία ακόμη μορφική ιδιαιτερότητα του έργου. Στην πραγματικότητα ο πρωταγωνιστής εκθέτει τη θεωρία του αποσπώντας απλώς τη συγκατάνευση του κατ' επίφαση συνομιλητή του, γεγονός που οδηγεί πολλούς στο να θεωρούν τον Σοφιστή πραγματεία αριστοτελικού τύπου.

Η θέση του έργου στο πλατωνικό corpus

Το έτος συγγραφής του Σοφιστή δεν μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια, όμως η μορφή, η γλώσσα και το περιεχόμενό του συνηγορούν υπέρ του ότι ανήκει στην ύστερη συγγραφική δραστηριότητα του Πλάτωνα και ειδικότερα στην περίοδο ανάμεσα στον Θεαίτητο και τον Πολιτικό, με τον οποίο μοιράζεται τόσο το δραματικό πλαίσιο όσο και τη χρήση της διαιρετικής μεθόδου. Αν και ο Πλάτων μας προϊδεάζει για τη συγγραφή μιας τριλογίας που θα έπρεπε να ολοκληρωθεί με ένα ακόμη έργο με θέμα τον φιλόσοφο, πολλοί μελετητές θεωρούν ότι Σοφιστής και Πολιτικός καλύπτουν έμμεσα την ανάγκη ενός τέτοιου εγχειρήματος.

Περιεχόμενο του διαλόγου

Στο πρώτο μέρος του διαλόγου (216a-242b), χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της διαίρεσης που επιλέγεται χωρίς ιδιαίτερη δικαιολόγηση και επεξήγηση, Ξένος και Θεαίτητος καταλήγουν στη διατύπωση έξι διαφορετικών ορισμών του θηρίου που κυνηγούν. Ο σοφιστής, σε μια προσπάθεια να διακριθεί από τον πολιτικό και τον φιλόσοφο, παρουσιάζεται ως: 1. έμμισθος θηρευτής πλούσιων νέων με δόλωμα την κολακεία και την πειθώ, 2. έμπορος της γνώσης της αρετής, 3. κάπηλος των μαθημάτων των σχετικών με την ψυχή, 4." αυτοπωλητής" αυτών, 5. αθλητής αγώνων λόγων περί δικαίου και αδίκου, άρα κάτοχος της εριστικής τέχνης και σταθερός στο κυνήγι του κέρδους, και 6. επαγγελματίας διδάσκαλος που καθαρίζει την ψυχή από την άγνοια. Όμως στο τέλος της σκυταλοδρομίας των ορισμών ο Θεαίτητος βρίσκεται σε απορία, αφού οι αρνητικές ιδιότητες του σοφιστή αμβλύνονται σταδιακά μέχρι που τα όρια μεταξύ φιλοσόφου και σοφιστή φτάνουν να γίνονται δυσδιάκριτα. Σε μια νέα προσπάθεια ο Ξένος αναδεικνύει το βασικό χαρακτηριστικό των σοφιστών, τη φαινομενική τους παντογνωσία. Εφόσον όμως αυτή είναι αδύνατη, ο σοφιστής δεν μπορεί παρά να είναι κάτοχος της δοξαστικής επιστήμης κι όχι της αλήθειας. Ακόμη χειρότερα, είναι μιμητής των πάντων, κατασκευαστής ομοιωμάτων και ομωνύμων των όντων, ξεγελώντας έτσι τους αδαείς νέους. Επιχειρείται λοιπόν μια νέα εφαρμογή της διαιρετικής μεθόδου, με στόχο να οδηγήσει αυτή τη φορά στον αδιαφιλονίκητο ορισμό που θα τη δικαιώσει. Νέο σημείο αφετηρίας είναι η μιμητική τέχνη, που διχοτομείται: α. στην εικαστική, με την οποία ο κατασκευαστής γεννά ένα ομοίωμα αποδίδοντας πιστά τις συμμετρίες του παραδείγματός του, και β. στη "φαντασματοπλαστική", με την οποία ο δημιουργός φτιάχνει πράγματα που, αν και φαίνεται ότι μοιάζουν με τα παραδείγματά τους, στην πραγματικότητα αυτό δεν ισχύει. Προκειμένου να ενταχθεί με ασφάλεια ο σοφιστής σε μία από τις δύο κατηγορίες, πρέπει να διαλευκανθεί τι είναι "αυτό που ενώ φαίνεται ότι είναι κάτι, δεν είναι", τι είναι "αυτό το οποίο, ενώ λέγεται, δεν είναι αληθές" ή, αλλιώς, να αποδειχτεί ότι υπάρχει ψευδής λόγος και ψευδής δοξασία χωρίς αυτό να συνιστά λογική αντίφαση. Όμως η ύπαρξη του ψεύδους συνεπάγεται την παραδοχή περί ύπαρξης, κατά κάποιον τρόπο, του μη όντος και προϋποθέτει την αντιπαράθεση με τον Παρμενίδη. Αυτός γίνεται ο νέος αντίπαλος του Ελεάτη Ξένου, στον βαθμό που με τη θέση του περί ανυπαρξίας του μη όντος νομιμοποιεί τον σοφιστή και κάνει τους όρους "ομοίωμα" και "φάντασμα" αλλά και την κατηγορία του απατεώνα να μην ευσταθούν.

Στο δεύτερο μέρος του διαλόγου (242c-264b) ο Ελεάτης Ξένος κάνει μια παρέκβαση από το κεντρικό θέμα και προτείνει την εξέταση των προηγούμενων θεωριών περί όντος, που θα οδηγήσει στην δική του θεωρία γι' αυτό. Οι φορείς αυτών των θέσεων στην συντριπτική τους πλειονότητα δεν κατονομάζονται. Ούτε ποτέ τούς αποδίδεται η ιδιότητα του φιλοσόφου. Το κοινό τους γνώρισμα είναι πως όλοι μάς λένε μύθους, δημιουργώντας έτσι ασάφεια και απορία. Ειδική μνεία γίνεται στους "φίλους των σωμάτων" και στους "φίλους των ειδών" από την κριτική των οποίων προκύπτει ότι, ως αναγκαίες συνθήκες της γνώσης, τόσο η στάση όσο και η κίνηση είναι όντα. Σύμφωνα με τη θεωρία περί μερικής επικοινωνίας των ειδών, που παρουσιάζει ο πρωταγωνιστής, ο φιλόσοφος, ως άλλος γραμματικός και μουσικός, με τη βοήθεια της διαλεκτικής επιστήμης μελετά τους συνδυασμούς και τις διακρίσεις των ειδών. Ειδικότερα προσδιορίζει ποια γένη, αν και ανεξάρτητα και διακριτά, μπορούν να επικοινωνούν με άλλα και να τα περιέχουν και ποια όχι και δίνει τους κανόνες της παραγωγής λόγου. Ο Ελεάτης Ξένος εφαρμόζει τη διαλεκτική σε πέντε καθολικά γένη, τα οποία χαρακτηρίζει μέγιστα. Στο ον, τη στάση και την κίνηση προστίθενται η ταυτότητα και η ετερότητα. Τα δύο τελευταία, που έχουν προοικονομηθεί, εισάγονται μετά την παραδοχή ότι κάθε είδος είναι ίδιο με τον εαυτό του και διαφορετικό από όλα τα άλλα. Το κέντρο βάρους πέφτει τώρα στην εξέταση του γένους της ετερότητας, καθώς συνδέει το επιχείρημα με την κεντρική έννοια χάρη της οποίας έγινε η μεγάλη αυτή παρέκβαση, με το μη ον. Κάθε είδος συνδέεται με το ον, καθώς είναι όμως και έτερό του είναι ταυτόχρονα και μη ον. Έτσι το τελευταίο χωρίς να είναι "ενάντιο" του όντος είναι κάτι διαφορετικό από εκείνο. Περνώντας τέλος στο πεδίο του λόγου προκειμένου να κατοχυρώσει και την ύπαρξη του ψεύδους, ο Ελεάτης Ξένος υποστηρίζει ότι ψευδής είναι ο λόγος που λέει για κάτι αυτό που δεν είναι (π.χ. η φράση "ο Θεαίτητος πετά" μιλάει μεν για τον Θεαίτητο, αλλά λέει έτερα από εκείνα που υπάρχουν σχετικά με αυτόν). Με τον ίδιο τρόπο κατοχυρώνει την ύπαρξη του ψεύδους και στα συναφή πεδία της διάνοιας, της δόξας και της φαντασίας.

Αφού ξεπεράστηκε ο παρμενίδειος σκόπελος και αποδείχτηκε η σχετική ύπαρξη του μη όντος ως ετερότητας κι επομένως η ύπαρξη του ομοιώματος, του ψευδούς λόγου και της ψευδούς δόξας, ο Ξένος στο τρίτο μέρος του διαλόγου (264c-268d) καταλήγει απρόσκοπτα πλέον στον τελευταίο ορισμό. Σοφιστής είναι όποιος με τους λόγους του οδηγεί τον συνομιλητή του σε αντιφάσεις και, υποκρινόμενος ότι γνωρίζει πράγματα που αγνοεί, παράγει φαντάσματα. Ο διάλογος κλείνει με την απόλυτη συμφωνία του Θεαίτητου και τη σιωπηλή συναίνεση του Σωκράτη.

Ερμηνεία

Η διάκριση φιλοσόφου-σοφιστή, η διαιρετική μέθοδος, η θεωρία της μερικής επικοινωνίας των ειδών και η έννοια του μη όντος είναι μερικά από τα θέματα που με τεχνικό και αφηρημένο τρόπο διαπλέκονται ισότιμα, κάνοντας έτσι δύσκολη την ανάδειξη ενός και μόνο σκοπού του έργου. Όμως το βασικότερο πρόβλημα του αναγνώστη είναι πως, αν και ο διάλογος πραγματεύεται κλασικές πλατωνικές έννοιες όπως η διαλεκτική, η ψυχή, η φύση του φιλοσόφου σε αντιπαραβολή προς εκείνη του σοφιστή και η διάκριση υποδείγματος-εικόνας, απουσιάζει εντελώς η πλατωνική θεωρία των Ιδεών που τις συνέχει. Ο αναγνώστης του Σοφιστή βρίσκεται σε απορία: το ον είναι εκείνο που διαθέτει έστω και ελάχιστη ικανότητα να ενεργεί και να πάσχει, η κίνηση είναι ένα από τα όντα, το μη ον υπάρχει με κάποιον τρόπο και μπορεί να γνωσθεί και ο διαλεκτικός ως άλλος ταξινομητής παρακολουθεί τους συνδυασμούς και τις διαφορές των ειδών, που έστω και μερικώς επικοινωνούν. Ως εκ τούτου, η σύγχρονη αναλυτική και γλωσσολογική παράδοση θεωρεί ότι με τον Σοφιστή ο Πλάτων στρέφει το ενδιαφέρον του προς μια αμιγώς λογική ανάλυση που πραγματεύεται ζητήματα κατηγόρησης και τον χρήζει ιδρυτή της τυπικής λογικής.

Ωστόσο, η μόνιμη έμφαση στην διάκριση υποδείγματος και εικόνας και στην έννοια της μίμησης που διατρέχει το έργο συνιστούν συνεχείς υπομνήσεις της θεωρίας των Ιδεών. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η τελευταία επανεμφανίζεται στον Φίληβο και τον Τίμαιο, κάνουν πολλούς μελετητές να αρνούνται τη μετάλλαξη των Ιδεών σε καθολικά είδη ή γλωσσικές κατασκευές και να διαβάζουν τον Σοφιστή από ένα οντολογικό πρίσμα. Έτσι, αναδεικνύοντας τις έννοιες της μίμησης, της εικόνας και της ετερότητας, θεωρούν τον έργο σταθμό στην προσπάθεια του Πλάτωνα για μια βελτιωμένη μεταφυσική και επανασυνδέουν τον Σοφιστή με τη σταθερή ηθική και πολιτική απόβλεψη όλης της πλατωνικής φιλοσοφίας, κάτι που απαλλάσσει τον διάλογο από τον δικαιολογημένο χαρακτηρισμό του ως απορητικού.

Συγγραφέας: Ιωάννα Δημοπούλου
  • Ambuel, D. Image and paradigm in Plato's Sophist. Λας Βέγκας, 2007.
  • Frede, MKraut, R. ed. . The Cambridge Companion to Plato.. Κάιμπριτζ, 1992.
  • Notomi, N. The Unity of Plato's Sophist: Between the Sophist and the Philosopher. Καίμπριτζ, 1999.
  • Rosen, S. Plato's Sophist: The drama of original and image. New Haven, 1983.
  • Owen, G.E.L. "Plato on Not-Being." Vlastos, G. ed. Plato: a collection of critical essays I. Ινδιανάπολις, 1971.
Liber de Causis (Το βιβλίο των αιτιών)

Liber de Causis (Το βιβλίο των αιτιών)

Ανώνυμο έργο, γραμμένο στα αραβικά με τίτλο Βιβλίο για το...

Η κοινωνία στην κλασική Αθήνα

Η κοινωνία στην κλασική Αθήνα

Στην κλασική Αθήνα κατοικούσαν εκατοντάδες χιλιάδες...

Τριάκοντα τύραννοι

Τριάκοντα τύραννοι

Οι Τριάκοντα ή Τριάκοντα τύραννοι, όπως είναι σήμερα...

Έλληνες λόγιοι στην Ιταλία

Έλληνες λόγιοι στην Ιταλία

Στα τέλη του 14ου αιώνα μια σειρά λογίων, προερχόμενων από...