Νεοπλατωνισμός
νεολογισμός του 19ου αιώνα ο οποίος αναφέρεται α) στην ύστερη μορφή του αρχαίου πλατωνισμού, μια πρωτότυπη σύνθεση πλατωνικής φιλοσοφίας, μυστικισμού και θρησκείας που εγκαινιάστηκε τον 3ο αι. μ.Χ. και υπήρξε, σε διάφορες μορφές, η κυρίαρχη φιλοσοφική τάση έως το τέλος της ύστερης αρχαιότητας (6ος αι. μ.Χ.), και β) σε ρεύματα σκέψης συναφή.
Ο όρος “νεοπλατωνισμός” δεν είναι αρχαίος: πρόκειται για δημιούργημα του Thomas Taylor (1758-1835) που έχει υιοθετηθεί ευρέως στις σύγχρονες ιστορίες της φιλοσοφίας. Με το πρόθεμα “νεο-” τονίζεται η ασυνέχεια μεταξύ των εκπροσώπων του πλατωνισμού μέχρι και τον 2ο αιώνα μ.Χ. (π.χ.
Πλούταρχος, Απουλήιος
) και της νέας τάσης που εγκαινίασε η πρωτότυπη σκέψη του
Πλωτίνου
και προώθησαν οι μαθητές και επίγονοί του κατά τους επόμενους τρεις αιώνες. Ωστόσο, αρκετά ‘νεοπλατωνικά’ στοιχεία ανιχνεύονται ήδη στον
μεσοπλατωνισμό
και σε
νεοπυθαγόρειους
φιλοσόφους όπως ο
Νουμήνιος
. Πλην των νεοπλατωνικών φιλοσόφων που εγγράφονται στην αρχαιοελληνική θρησκευτική παράδοση, υπήρξαν και χριστιανοί νεοπλατωνικοί, όπως ο Μάριος Βικτωρίνος (4ος αι.), ο
Αυγουστίνος
(354-430), ο
Βοήθιος
(π.470-524), και, κατά τον Μεσαίωνα, ο
Εριγένης
(π.815-877) και ο
Μποναβεντούρα
(1221-1274). Στον χώρο της ελληνόφωνης γραμματείας κύριος εκφραστής αυτής της τάσης είναι ο
Ψευδο-Διονύσιος Αρεοπαγίτης
(5ος-6ος αι.) αλλά αξίζει να μνημονευθούν, επιπλέον, οι Συνέσιος Κυρήνης (π.373-π.414) και Αινείας Γαζαίος (;-518). Επίσης, φιλόσοφοι και θεολόγοι της ισλαμικής παράδοσης επηρεασμένοι από τον νεοπλατωνισμό ενίοτε χαρακτηρίζονται ως νεοπλατωνικοί – βλ.
Πλατωνικές και νεοπλατωνικές επιδράσεις στην ισλαμική φιλοσοφία και θεολογία
. Ορισμένες φορές, ο όρος αποδίδεται και σε μεταγενέστερους πνευματικούς άνδρες που προσπάθησαν να αναγεννήσουν τον αρχαίο (νεο-)πλατωνισμό, όπως ήταν στο ύστερο Βυζάντιο ο
Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων
(π.1355-1452/1454), στην Αναγέννηση ο
Marsilio Ficino
(1433-1499) και ο
Giovanni Pico della Mirandola
(1463-1494), κατά τον 17ο αιώνα οι λεγόμενοι
Πλατωνιστές του Καίημπριτζ
, αργότερα ο ίδιος ο Thomas Taylor, και κατά τον 20ό αιώνα ένας κύκλος Γάλλων ιστορικών της φιλοσοφίας, ως επί το πλείστον καθολικών.
Ιδρυτής του νεοπλατωνισμού θεωρείται ο
Πλωτίνος
(205-270), ο μόνος, μαζί με τον Πλάτωνα, αρχαίος φιλόσοφος του οποίου το έργο έχει σωθεί ακέραιο. Ο Πλωτίνος υπήρξε ακραίος μονιστής. Βασική πεποίθησή του είναι ότι ολόκληρη η πραγματικότητα προέρχεται από μια ουσιωδώς ακατάληπτη αρχή (που αποκαλεί Εν ή Αγαθόν και άλλοτε απλώς Εκείνο) η οποία, από την υπέρμετρη και οιονεί υπερεκχειλίζουσα αγαθότητά της, γεννά αχρόνως τον Νου, δηλ. τον χώρο του Όντος όπου βρίσκονται οι πλατωνικές Ιδέες. Ο θεϊκός αυτός Νους, με τη σειρά του, αχρόνως γεννά την Ψυχή ως τρίτη διακριτή θεία υπόσταση. Το δυναμικό αυτό σύστημα μεταφυσικής
απορροή
του κατώτερου από το ανώτερο βασίζεται στις αντιθετικές διαδικασίες της προόδου
και της επιστροφής
. Ο Πλωτίνος, που δεν θεωρούσε τον εαυτό του νεωτεριστή αλλά απλό ερμηνευτή του Πλάτωνα, θεώρησε ότι η προτεραιότητα του Ενός έναντι του Όντος ήταν ένα γνήσιο πλατωνικό δόγμα: βρήκε, μάλιστα, στις τρεις πρώτες υποθέσεις του πλατωνικού
Παρμενίδη
(137c-157b) και στην (αναντίρρητα ψευδοπλατωνική)
2η Επιστολή
τη δική του τριμερή διάκριση των νοητών υποστάσεων (πβ. Ενν. 5.1). Ταυτόχρονα, ο Πλωτίνος προώθησε την εναρμόνιση Πλάτωνα και
Αριστοτέλη
που είχαν εγκαινιάσει ορισμένοι μεσοπλατωνικοί και θεώρησε, σε συμφωνία και πάλι με τη μεσοπλατωνική παράδοση, ότι οι πλατωνικές Ιδέες είναι οι έννοιες/σκέψεις του θεϊκού Νου και όχι κάποια, ανεξάρτητα από την ίδια τη νόηση, πρότυπα αντικείμενα γνώσης. Τα βασικά διδάγματα της πλωτινικής φιλοσοφίας διαδόθηκαν από τους άμεσους μαθητές και λοιπά μέλη του
κύκλου του Πλωτίνου
, μεταξύ των οποίων ο Σύριος
Πορφύριος
(234-π.305), εκδότης των Εννεάδων και μαχητικός αντίπαλος του χριστιανισμού, ήταν η σπουδαιότερη μορφή. Πραγματικός, όμως, δεύτερος ιδρυτής του νεοπλατωνισμού υπήρξε ο κατά τι νεότερος, επίσης Σύριος,
Ιάμβλιχος
(π.245-π.325). Όλη η μεταγενέστερη εξέλιξη του νεοπλατωνισμού βασίζεται περισσότερο στην επιρροή που άσκησε το πλούσιο συγγραφικό έργο του Ιάμβλιχου (σήμερα σε μεγάλη έκταση χαμένο) παρά στην απήχηση των Εννεάδων του Πλωτίνου, η οποία παραδόξως υπήρξε αρκετά περιορισμένη. Με τον Ιάμβλιχο εισάγεται στον χώρο της φιλοσοφίας η θεωρητική υπεράσπιση και πρακτική εφαρμογή της θεουργίας
ως διαδικασίας ανώτερης από την πλατωνική και πλωτινική
.
Τα Χαλδαϊκά Λόγια
, μια συλλογή φιλοσοφικών και θεολογικών χρησμών, εντάσσονται στον νεοπλατωνισμό ως ιερές και θεόπνευστες γραφές, ο δε υπομνηματισμός τους θεωρείται το αποκορύφωμα της ερμηνευτικής εμβρίθειας των ύστερων νεοπλατωνικών. Η στροφή αυτή από τον διανοητικό μυστικισμό του Πλωτίνου στις τελετουργικές και οιονεί μαγικές μεθόδους ένωσης με το θείον χαρακτηρίζει τον νεοπλατωνισμό έως και τον 6ο αιώνα. Από τη Ρώμη, όπου δίδαξε ο Πλωτίνος, και την Απάμεια της Συρίας, το πνευματικό κέντρο του Ιάμβλιχου, ο νεοπλατωνισμός μεταφέρεται, κατά τον 4ο αιώνα, στην Αλεξάνδρεια και την Αθήνα (βλ.
Η νεοπλατωνική σχολή της Αλεξάνδρειας
και
Η νεοπλατωνική σχολή των Αθηνών
) και σε διάφορα σημεία της Μικράς Ασίας.
Το πρόγραμμα σπουδών στον νεοπλατωνισμό
που καθορίζεται εκεί περιλαμβάνει την μελέτη των αριστοτελικών συγγραμμάτων και ιδίως της αριστοτελικής λογικής ως προπαιδευτικών σταδίων για την κατανόηση των πλατωνικών διαλόγων, η οποία κορυφώνεται με την ανάλυση του κοσμολογικού
Τιμαίου
και του (θεολογικά ερμηνευμένου) Παρμενίδη. Παράλληλα με τη φιλοσοφία, διδάσκεται επίσης η ρητορική – ιδίως στην Αλεξάνδρεια. Η φυσιογνωμία που καθόρισε αποφασιστικά την πορεία της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας μέχρι την Αναγέννηση (αλλά και αργότερα) ήταν ο
Πρόκλος
(412-485). Σήμερα πολλοί μελετητές αμφισβητούν τον βαθμό πρωτοτυπίας της σκέψης του ίδιου του Πρόκλου και θεωρούν ότι οι περισσότερες ιδέες που βρίσκουμε στο εκτενές έργο του προέρχονται από ενοράσεις του δασκάλου του
Συριανού
(;-π.437). Είναι πάντως αναντίρρητη η συμβολή του Πρόκλου στη συστηματοποίηση και μεθοδική έκθεση της φιλοσοφικής νεοπλατωνικής παράδοσης που είχε ήδη δύο αιώνες ζωής. Εκτός των εκτενών υπομνημάτων του σε σημαντικούς πλατωνικούς διαλόγους, μας έχουν επίσης διασωθεί δύο συστηματικά έργα, η Στοιχείωσις θεολογική και η Πλατωνική θεολογία, στα οποία ο Πρόκλος εκθέτει με μαθηματική σαφήνεια ένα πολυσχιδές σύστημα απορροής ολόκληρης της νοητής και αισθητής πραγματικότητας από την πρώτη αρχή (Εν). Στο σύστημα αυτό που χαρακτηρίζεται από σχολαστικές, ως επί το πλείστον τριμερείς, διακρίσεις επιπέδων, όλοι οι θεοί της αρχαιοελληνικής θρησκείας εντάσσονται ως υπερνοητές
, ενώ το τρίπτυχο “ον-ζωή-νους” αποκτά ιδιαίτερη ερμηνευτική αξία στην ταξινόμηση της υπεραισθητής πραγματικότητας. Η τελευταία σημαντική μορφή της αρχαίας φιλοσοφίας με αληθινά πρωτότυπη σκέψη είναι ο
Δαμάσκιος
(458-538). Ο Δαμάσκιος βρέθηκε επικεφαλής της αθηναϊκής σχολής όταν ο Ιουστινιανός αποφάσισε το κλείσιμό της το 529, σηματοδοτώντας έτσι, τουλάχιστον συμβολικά, το τέλος μιας υπερχιλιετούς παράδοσης ελληνικής φιλοσοφίας – βλ.
Αποδημία φιλοσόφων και παρακμή της σχολής των Αθηνών (529 μ.Χ.)
. Ο Δαμάσκιος, στο μεγάλο έργο του Περί των πρώτων αρχών, προσπάθησε να προσεγγίσει το αληθινά απερινόητο μυστήριο του πρώτου, εντελώς σκοτεινού και αβυσσαλέου Ενός, να το διακρίνει (όπως και ο Ιάμβλιχος) από ένα δεύτερο Εν που συντάσσεται με την απορροϊκή παραγωγή της πραγματικότητας, και να καταδείξει την απολύτως υπερβατική φύση του με τρόπο πολύ πιο ριζοσπαστικό και από την
του Πλωτίνου. Οι μαθητές του
Σιμπλίκιος
(π.490-π.560) και
Ολυμπιόδωρος
(π.495-π.570), λιγότερο μεταφυσικοί από τον ίδιο, επιδόθηκαν κυρίως σε υπομνηματιστικό έργο.
Στόχος της φιλοσοφικής δραστηριότητας, κατά τους νεοπλατωνικούς, δεν ήταν η απλή κατανόηση της μεταφυσικής δομής του σύμπαντος αλλά η μυστικιστική (διανοητική ή θεουργική) ένωση της ατομικής ψυχής με τις ανώτερες υποστάσεις και, ει δυνατόν, με το ἐπέκεινα τῆς οὐσίας Εν, δηλαδή η λύτρωσή της. Όπως στην αντίληψη για τη φιλοσοφία που αναδεικνύει η πλατωνική μορφή του
Σωκράτη
, έτσι και στον νεοπλατωνισμό η φιλοσοφία ήταν τρόπος ζωής. Με τον νεοπλατωνισμό, όμως, το μυστικιστικό στοιχείο που, αν και παρόν, ωστόσο λανθάνει στους πλατωνικούς διαλόγους, αναβαθμίζεται, και το χάσμα μεταξύ φιλοσοφίας και θρησκείας τείνει να γεφυρωθεί ολοσχερώς.
Ο νεοπλατωνισμός αποτελεί μεγαλειώδη προσπάθεια σύνθεσης της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφικής παραγωγής με τη θρησκευτική παράδοση των λαών της εγγύς και μέσης Ανατολής (Βαβυλωνίων, Αιγυπτίων, Ασσυρίων, Περσών). Με επίκεντρο τη φιλοσοφία του Πλάτωνα, οι νεοπλατωνικοί ενσωμάτωσαν στο σύστημά τους όχι μόνον τις άλλες αρχαιοελληνικές δογματικές σχολές φιλοσοφίας (πλην του υλιστικού επικουρισμού) αλλά και τις μυθολογικές διηγήσεις των ομηρικών και ησιόδειων επών καθώς και της ορφικής γραμματείας – πβ.
Νεοπλατωνικές αναγνώσεις πλατωνικών και ομηρικών μύθων.
Πολλοί σύγχρονοι μελετητές θεωρούν ότι ο νεοπλατωνισμός ήταν η ‘ελληνική’ ή ‘εθνική’ απάντηση στην ιουδαιοχριστιανική πρόκληση – πβ.
Η αντιπαράθεση πλατωνιστών και χριστιανών (2ος-4ος αι.)
και
Πλατωνισμός και χριστιανισμός (συστηματικό).
Ο λόγιος Πορφύριος, αρχικά, συνέθεσε ένα μακροσκελές έργο σε 15 βιβλία (σήμερα χαμένο, πλην ελαχίστων αποσπασμάτων) με τον σημαίνοντα τίτλο Κατά Χριστιανών. Το πρόγραμμα πολιτικοθρησκευτικής αναμόρφωσης της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που προσπάθησε να επιβάλει ο
Ιουλιανός
(361-363) στη βαχύβια θητεία του, από την άλλη, βασιζόταν σε μια εκδοχή της ιαμβλίχειας φιλοσοφίας και αποσκοπούσε ρητά στην περιθωριοποίηση των χριστιανών (βλ. Ιουλ. Κατά Γαλιλαίων).
Η περίπτωση της Υπατίας
(π.350-415), τέλος, δείχνει καθαρά μέχρι ποιο αιματηρό σημείο μπορούσε να φτάσει η αντιπαράθεση πλατωνιστών και χριστιανών σε περιόδους κρίσης. Παρά ταύτα, στα σωζόμενα έργα των νεοπλατωνικών του 5ου και 6ου αιώνα ο χριστιανισμός δεν θεματοποιείται πουθενά, γεγονός που μας κάνει να υποθέσουμε ότι η στάση των φιλοσόφων της εποχής απέναντι στην επίσημη πλέον θρησκεία της αυτοκρατορίας χαρακτηριζόταν από βαθειά εμπιστοσύνη στην ελληνική φιλοσοφική παιδεία και από υπεροπτική ανωτερότητα.
Ο κύριος όγκος της συγγραφικής δραστηριότητας των νεοπλατωνικών, ιδίως από τον 4ο αι. και εξής, αφορούσε τον σχολιασμό και την ερμηνεία των πλατωνικών διαλόγων (βλ.
Αρχαία υπομνήματα στους πλατωνικούς διαλόγους
). Τα κυριώτερα αναγράφονται στον πίνακα που ακολουθεί. Πέρα από τα σωζόμενα συγγράμματα, μεταγενέστεροι συγγραφείς διασώζουν, επίσης, εκτενή αποσπάσματα από χαμένα έργα (π.χ. ο συμπιλητής Στοβαίος από το Περί ψυχής του Ιάμβλιχου).
Συγγραφέας |
Κύρια σωζόμενα φιλοσοφικά έργα |
Πλωτίνος (205-270) |
Εννεάδες |
Πορφύριος (234-π.305) |
Εισαγωγή Υπόμνημα στις αριστοτελικές Κατηγορίες σε ερωταποκριτική μορφή Αφορμήσεις προς τα νοητά Περί αποχής εμψύχων Περί του τρόπου με τον οποίο εμψυχώνονται τα έμβρυα Περί του άντρου των Νυμφών στην Οδύσσεια Βίος Πυθαγόρα Βίος Πλωτίνου Υπόμνημα στα Αρμονικά του Πτολεμαίου |
Ιάμβλιχος (π.245-π.325) |
Περί των αιγυπτίων μυστηρίων Πυθαγορικός βίος Προτρεπτικός στη φιλοσοφία Περί της κοινής μαθηματικής επιστήμης Εισαγωγή στην Αριθμητική Εισαγωγή του Νικόμαχου |
Δέξιππος (μέσος 4ος αι.) |
Υπόμνημα στις αριστοτελικές Κατηγορίες |
Σαλ(λ)ούστιος (μέσος 4ος αι.) |
Περί θεών και κόσμου |
Ιεροκλής (πρώιμος 5ος αι.) |
Υπόμνημα στα πυθαγόρεια Χρυσά Έπη |
Συριανός (;-π.437) |
Υπόμνημα στα αριστοτελικά Μετά τα Φυσικά Β, Μ και Ν |
Πρόκλος (412-485) |
Στοιχείωσις θεολογική Πλατωνική θεολογία Υπόμνημα στον πλατωνικό Τίμαιο Υπόμνημα στον πλατωνικό Παρμενίδη, Υπόμνημα στην πλατωνική Πολιτεία Υπόμνημα στον πλατωνικό Αλκιβιάδη Ι Υπόμνημα στον πλατωνικό Κρατύλο (αποσπασματικό) Υπόμνημα στο πρώτο βιβλίο των Στοιχείων του Ευκλείδη |
Ερμείας (π.410-π.450) |
Υπόμνημα στον πλατωνικό Φαίδρο |
Αμμώνιος Ερμείου (π.440-π.520) |
Υπόμνημα στο αριστοτελικό Περί Ερμηνείας Υπόμνημα στην Εισαγωγή του Πορφύριου Προλεγόμενα στις αριστοτελικές Κατηγορίες (καταγεγραμμένα από άγνωστο μαθητή) Σχόλια στα αριστοτελικά Αναλυτικά Πρότερα Ι (καταγεγραμμένα από άγνωστο μαθητή) Υπόμνημα στα αριστοτελικά Μετά τα Φυσικά Α-Ζ (καταγεγραμμένο από τον Ασκληπιό) Υπόμνημα στην Αριθμητική Εισαγωγή του Νικόμαχου (καταγεγραμμένο από τον Ασκληπιό)
Τα παρακάτω έργα έχουν προέλθει από τα μαθήματα του Αμμώνιου αλλά είναι καταγεγραμμένα από τον Ιωάννη Φιλόπονο με προσθήκη δικών του απόψεων: Υπόμνημα στα αριστοτελικά Αναλυτικά Πρότερα Υπόμνημα στα αριστοτελικά Αναλυτικά Ύστερα Υπόμνημα στο αριστοτελικό Περί Γενέσεως και Φθοράς Υπόμνημα στο αριστοτελικό Περί Ψυχής |
Μαρίνος Νεαπολίτης (π.450-500) |
Πρόκλος ή περί ευδαιμονίας |
Δαμάσκιος (458-538) |
Περί των πρώτων αρχών Υπόμνημα στον πλατωνικό Παρμενίδη Υπόμνημα στον πλατωνικό Φίληβο Υπόμνημα στον πλατωνικό Φαίδωνα Βίος Ισιδώρου (ή Φιλόσοφος Ιστορία) (αποσπασματικό) |
Ολυμπιόδωρος (π.495-π.570) |
Υπόμνημα στον πλατωνικό Αλκιβιάδη Ι Υπόμνημα στον πλατωνικό Γοργία Υπόμνημα στον πλατωνικό Φαίδωνα Προλεγόμενα στη λογική Υπόμνημα στις αριστοτελικές Κατηγορίες Υπόμνημα στα αριστοτελικά Μετεωρολογικά Σχόλια στο αριστοτελικό Περί Ερμηνείας (αμφισβητούμενο) |
Σιμπλίκιος (π.490-π.560) |
Υπόμνημα στις αριστοτελικές Κατηγορίες Υπόμνημα στο αριστοτελικό Περί Ουρανού Υπόμνημα στα αριστοτελικά Φυσικά Υπόμνημα στο αριστοτελικό Περί Ψυχής(αποδίδεται από κάποιους στον Πρισκιανό Λυδό) Υπόμνημα στο Εγχειρίδιο του Επίκτητου |
Ήσσονες εκπρόσωποι Άλλοι νεοπλατωνικοί, όχι υποχρεωτικά ελάσσονος αξίας αλλά των οποίων το έργο δεν έχει διασωθεί, είναι (με χρονολογική σειρά) οι εξής: Αμμώνιος Σακκάς (ο δάσκαλος του Πλωτίνου στην Αλεξάνδρεια), Αμέλιος, Θεόδωρος Ασιναίος (βλ.
Ο κύκλος του Πλωτίνου
), Σώπατρος, Σωσιπάτρα, Αιδέσιος, Χρυσάνθιος, Μάξιμος Εφέσιος, Πλούταρχος Αθηναίος, Ασκληπιγένεια, Αιδεσία, Ασκληπιόδοτος, Ζηνόδοτος, Ισίδωρος, Πρισκιανός Λυδός.
- Dillon, J,M., Gerson, L.M. eds. Neoplatonic Philosophy: Introductory Readings . Indianapolis, 2004.
- Harris, R.B. ed. The Significance of Neoplatonism. New York, 1976.
- Rappe, S. Μελετώντας τον νεοπλατωνισμό: η ουσία των πραγμάτων στα κείμενα των Πλωτίνου, Πρόκλου και Δαμάσκιου. Αθήνα, 2005.
- Lloyd, A.C. The Anatomy of Neoplatonism. Oxford, 1990.
- Wallis, R.T. Νεοπλατωνισμός. Θεσσαλονίκη, 2002.
- Zintzen, C. Μυστικισμός και μαγεία στη νεοπλατωνική φιλοσοφία. Αθήνα, 2000.