Κατηγορία: Φιλοσοφικές θεωρίες
Σοφιστική Κίνηση
Οι Σοφιστές κυριαρχούν στο προσκήνιο της πνευματικής ζωής της Αθήνας κατά τον πέμπτο αιώνα και πυροδοτούν τις εκπαιδευτικές διαμάχες του τέταρτου αιώνα, διδάσκοντας, οι περισσότεροι από αυτούς με αμοιβή, ιδέες πρωτότυπες και προκλητικές.
Δίνοντας πρωτοφανή σημασία στη συμμετοχή όλων των πολιτών στους θεσμούς, η Αθηναϊκή δημοκρατία του πέμπτου αιώνα οδηγεί σε μια νέα αξία αλλά και ανάγκη: την καλλιέργεια του λόγου. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις η καλλιέργεια αυτή δεν ήταν παρά προϊόν εμπειρικής εξάσκησης και τριβής με επιχειρήματα, είτε στο πιο πρακτικό πλαίσιο λήψης σημαντικών αποφάσεων, είτε σε συζητήσεις για πιο θεωρητικά θέματα τα οποία προκαλούσαν το ενδιαφέρον ή την περιέργεια του κοινού, με τρόπο που, μάλιστα, σε κάποιους θα θύμιζε παιχνίδια με τα λόγια ή αινίγματα. Τόσο η αγάπη των Αθηναίων για τη θεωρητική γνώση (βλ. Θουκυδίδης 1.39), όσο και το στοιχείο του συναγωνισμού (θεατρικοί και αθλητικοί αγώνες) οπωσδήποτε ευνοούσαν την άνθηση τέτοιου ενδιαφέροντος. Απαντώντας σε αυτές τις νέες ανάγκες κάνει την εμφάνισή τους ένα νέο είδος δασκάλου που μένει γνωστό με το όνομα «Σοφιστής». Ο όρος σήμαινε αρχικά τον ειδικό στη σοφία, μπορούσε να αφορά πιο τεχνικά ή πιο θεωρητικά ζητήματα, και ήταν σχετικά ουδέτερος. Η διαφοροποίηση της ομάδας των ανθρώπων που αργότερα ονομάστηκαν Σοφιστές από τους φιλοσόφους είναι σταδιακή, και προκύπτει από την προσπάθεια κυρίως του Πλάτωνα να διαχωρίσει το δικό του πρόγραμμα (αλλά, σε σημαντικό βαθμό, και του δασκάλου του, του Σωκράτη) από εκείνο των αντιπάλων του στον χώρο της εκπαίδευσης.
Τι ευθύνεται για την κακή φήμη που σταδιακά αποκτούν οι Σοφιστές; Η προκατάληψη απέναντι σε έναν άνθρωπο που κάνει επάγγελμά του, και μάλιστα αντί αδρής αμοιβής (Βλ. Πλάτων, Κρατύλος 384b•Αλκιβιάδης Ι119a•Ιππίας Μείζων282e•Μένων91b-92a), τη διδασκαλία μιας λειτουργίας που σε κάποιους θα φαινόταν αρκετά φυσική μπορεί να θεωρηθεί λίγο έως πολύ δεδομένη. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η διατύπωση του Πλάτωνα, ο οποίος ορίζει τους Σοφιστές ως «έμμισθους κυνηγούς εύπορων νεαρών» (Πλάτων, Σοφιστής 231D: νέων και πλουσίων ἔμμισθος θηρευτής).Ο Ξενοφών και ο Αριστοτέλης δεν διστάζουν να μιλήσουν για εκπόρνευση της γνώσης (Αριστοτέλης, Σοφιστικοί Έλεγχοι 165a22,Ξενοφών, Απομνημονεύματα 1.6.13) Ένα στοιχείο που οπωσδήποτε συνέβαλε στην προκατάληψη εναντίον των Σοφιστών πρέπει να ήταν ο ρόλος των δημαγωγών στην Αθηναϊκή Δημοκρατία: στο μέτρο που η διδασκαλία των Σοφιστών αφορούσε την καλλιέργεια του λόγου η δράση των Δημαγωγών μπορούσε να εμφανίζεται ως συνέπεια αυτής της διδασκαλίας. Σε κάθε περίπτωση, ο ρόλος του Πλάτωνα στη διαμόρφωση αυτής της προκατάληψης δεν είναι καθόλου αμελητέος: η εικόνα που αποκομίζουμε από τους διαλόγους είναι ότι, στην καλύτερη περίπτωση, οι Σοφιστές ενδιαφέρονταν περισσότερο για τη μορφή του λόγου και για την αποτελεσματικότητα που θα είχε ο λόγος τους να πείσει ένα ακροατήριο, ανεξάρτητα από το ηθικό του περιεχόμενο ή/και τη σχέση του με την αλήθει.
Οι κυριότεροι σοφιστές είναι ο Πρωταγόρας, ο Γοργίας, ο Αντιφών, ο Πρόδικος, ο Ιππίας, ο Κριτίας. Υπάρχουν δύο σημαντικά ανώνυμα κείμενα που αποδίδονται σε σοφιστές: ο Ανώνυμος του Ιάμβλιχου και οι Δισσοί Λόγοι.
Εμπιστοσύνη στις ικανότητες του ανθρώπινου λόγου, αλλά και διερεύνηση των ορίων του.
Στο Εγκώμιο της Ωραίας Ελένης ο Γοργίας (Λεοντίνοι της Σικελίας, 483-376 π.Χ.) εξετάζει την πειθώ μέσω του λόγου ως μία από τις πιθανές αιτίες που οδήγησαν την Ελένη στην Τροία και υποστηρίζει πως, σε αυτή την περίπτωση, η κατηγορούμενη είναι αθώα, αφού η επίδραση της πειθούς, αν και δεν έχει του εξαναγκασμού τη μορφή, έχει την ίδια μ’ αυτόν δύναμη §13 (μτφ. Π. Καλλιγά). Σύμφωνα με το ίδιο κείμενο, που δίκαια έχει χαρακτηριστεί ως πρώτο μανιφέστο της ρητορικής, ο λόγος επηρεάζει την ψυχή όπως ένα φάρμακο επηρεάζει το σώμα, λειτουργώντας άλλοτε σαν ίαμα και άλλοτε σαν δηλητήριο (ΕΕ§14).
Σχετικισμός
Σε παρόμοια ανατρεπτικό πνεύμα, στον λόγο του Περί του μη όντος και με διάθεση μάλλον παιγνιώδη, ο Γοργίας προσπαθεί να αντικρούσει τη βασική ελεατική θέση, σύμφωνα με την οποία το μόνο πράγμα που είναι είναι το ον.
Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος
Ο δογματισμός του Παρμενίδη ενδεχομένως να είναι και ο στόχος του Πρωταγόρα (Άβδηρα της Θράκης, 490-86 π.Χ.) που υποστήριξε ότι «για όλα τα πράγματα μέτρο είναι ο άνθρωπος: για όσα υπάρχουν ότι υπάρχουν και για όσα δεν υπάρχουν ότι δεν υπάρχουν» (DKB1). Πολλοί φιλόσοφοι ορθά αναγνώρισαν σε αυτή τη φράση την αρχή της παράδοσης του σχετικισμού, δεν αποκλείεται όμως ο ίδιος ο Πρωταγόρας να τη χρησιμοποίησε στο κάπως διαφορετικό πλαίσιο του δικού του προγράμματος αντιπαράθεσης αντιτιθέμενων λόγων, ή αντιλογιών, που ενδεχομένως ανταποκρινόταν σε ανάγκες δικαστηρίων. Το έργο του Καταβάλλοντες λόγοι που ξεκινούσε με αυτή τη φράση θα πρέπει να ήταν μια παρουσίαση αυτής της τεχνικής που οπωσδήποτε θα έβρισκε απήχηση σε μια εποχή που ευνοούσε την πολιτική διαβούλευση, αλλά και πρακτική εφαρμογή στα συμφραζόμενα των δικαστηρίων (Πλάτων, Θεαίτητος 167c-d).Στο ίδιο πνεύμα φαίνεται πως γράφεται η πραγματεία Δισσοί λόγοι(ο συγγραφέας της δεν μας είναι γνωστός) αλλά και οι Τετραλογίες ή και το Περί φύσεως του Αντιφώντα (για την άποψη ότι ο συγγραφέας του Περί αληθείας και των Τετραλογιών είναι κοινός, βλ. Gagarin 2002).
Κριτική της παραδοσιακής θρησκείας
Η απόσταση του Πρωταγόρα από μια δογματική θέση γίνεται ξεκάθαρη στη ρήση του για τους θεούς:
«Για τους θεούς δεν μπορώ να γνωρίζω τίποτα: ούτε ότι υπάρχουν, ούτε ότι δεν υπάρχουν, ούτε τι λογής μορφή έχουν. Γιατί είναι πολλά τα όσα εμποδίζουν να γνωρίζουμε: από τη μια το άδηλο του ζητήματος κι από την άλλη η συντομία της ανθρώπινης ζωής» (DKB4• μτφ. Σκουτερόπουλος).
H κριτική της παραδοσιακής θρησκείας χαρακτηρίζει και τη σκέψη του Πρόδικου (από την Κέα, γεν. πιθανόν μεταξύ 470 και 460), ο οποίος υποστηρίζει ότι οι νομιζόμενοι από τους ανθρώπους θεοί δεν είναι τίποτε παραπάνω από προσωποποιήσεις των αγαθών που τρέφουν και ωφελούν τους ανθρώπους, ή των μέσων που προάγουν τον ανθρώπινο βίο (DKA5). Η πιο προκλητική κριτική στη θρησκεία εντοπίζεται, ωστόσο, σε ένα απόσπασμα από σατιρικό έργο που άλλοτε αποδίδεται στον Κριτία (Αθήνα, γεν. περ. 460) και άλλοτε στον Ευριπίδη. Ομιλητής είναι ο Σίσυφος, ο οποίος περιγράφει την ιδέα του θεού ως επινόηση ενός έξυπνου ανθρώπου που, με αυτόν τον τρόπο, θέλησε να δημιουργήσει ένα φόβητρο για όσους σέβονταν τον νόμο μόνο και μόνο όταν και επειδή πίστευαν ότι κάποιος τους παρακολουθεί.
Υπακοή στον νόμο/Νόμος και φύσις
Το ζήτημα της υπακοής στον νόμο κυριαρχεί και στο κείμενο του Αντιφώντα (Αθήνα, εκτελέστηκε από τους Τριάκοντα το 404/403) Περί αληθείας, το οποίο, στο πνεύμα των πρακτικών της αντιλογίας, αντιπαραθέτει τις επιταγές του νόμου, που θεωρούνται αυθαίρετες και συμβατικές, στις επιταγές της φύσης, που θεωρούνται αναγκαίες. Με τη διαμάχη νόμου και φύσεως συχνά συνδέεται το όνομα του Ιππία (Ξενοφών Απομνημονεύματα 4.4-5=DΚΑ14, Πλάτων, Πρωταγόρας 337d1=DKC1), αλλά και ο Ανώνυμος του Ιάμβλιχου.Ο λόγος του Καλλικλή στον Γοργία του Πλάτωνα (487b κ.ε.) συχνά έχει εκληφθεί ως αποκρυστάλλωση αυτών των συζητήσεων, δεν αποκλείεται, ωστόσο, να απηχεί, για μια ακόμη φορά,την πλατωνική προκατάληψη απέναντι στους Σοφιστές.
Γλώσσα
Η αντίθεση νόμου και φύσεως βρίσκει μια σημαντική εφαρμογή (ορισμένοι μάλιστα θεωρούν ότι αρχικά εκπηγάζει από εκεί) στο πεδίο της γλώσσας. Το ερώτημα στο πεδίο αυτό τίθεται ως εξής: Είναι οι λέξεις προϊόντα ανθρώπινης σύμβασης ή μήπως συνδέονται με τρόπο φυσικό με τα πράγματα στα οποία αναφέρονται; Σοφιστές όπως ο Πρωταγόρας και ο Πρόδικος ανέπτυξαν ένα πρώιμο ενδιαφέρον για τη γλώσσα και για τη σωστή της εφαρμογή (ο όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει αυτόν το ενδιαφέρον είναι ορθοέπεια ή ορθότης ονομάτων• βλ. DK 80 A 27-28, 80c3, 84B4)
- Kranz, W. , Diels, H. eds. Οι Προσωκρατικοί. Οι μαρτυρίες και τα αποσπάσματα.. Αθήνα: Παπαδήμας, 2007.
- Gagarin, M. Antiphon the Athenian. Oratory, Law, and Justice in the Age of the Sophists. Austin, 2002.
- Guthrie, W.K.C. Οι Σοφιστές. Αθήνα, 1990.
- Kerferd, G.B. H σοφιστική κίνηση. Aθήνα, 1996.
- Kύρκος, B. Aρχαίος ελληνικός διαφωτισμός και σοφιστική. Aθήνα, 1986.
- Romilly, J. Oι μεγάλοι Σοφιστές στην Aθήνα του Περικλή. Aθήνα, 1994.
- Σκουτερόπουλος, Ν.Μ. H αρχαία Σοφιστική. Tα σωζόμενα αποσπάσματα.. Aθήνα, 1991.