Κατηγορία: Φιλοσοφικές θεωρίες
Aποδομιστικές αναγνώσεις του Πλάτωνα (Ντερριντά)
Με αφετηρία τη θεώρηση ότι το έργο του εγκαινιάζει και θεμελιώνει τη δυτική μεταφυσική και τις αγκυλώσεις της, ο Πλάτων έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλαπλών αποδομιστικών αναγνώσεων, με γνωστότερες αυτές του Ζακ Ντερριντά.
Κατά τον Ντερριντά, ο Πλάτων είναι αυτός που εντός της ιστορίας της δυτικής μεταφυσικής εγκαινιάζει τον υποβιβασμό της γραφής και την απώθησή της έξω από τη «ζώσα» φωνή. Παραδειγματικό κείμενο γι’ αυτόν τον υποβιβασμό είναι ο Φαίδρος, όπου ο Σωκράτης εναντιώνεται στην υποκατάσταση της ζωντανής αυτοπαρουσίας της ψυχής μέσα στον αληθινό Λόγο (φωνή) από τη φτιαχτή τεχνική της γραφής. Η γραφή θεωρείται ότι αποτελεί κίνδυνο τόσο για τη μνήμη, όσο και για τη γνώση.
Στο Πλάτωνος φαρμακεία (1972), ο Ντερριντά αποπειράται, μέσω της αποδόμησης (ή αποκατασκευής: γαλλ. déconstruction) των επιχειρημάτων του Πλάτωνα, να αναδείξει μια άλλη δυσδιάκριτη, αλλά αναπόφευκτη, «λογική» που διέπει το κείμενο του Φαίδρου, η οποία υποσκάπτει τις μεταφυσικές υποθέσεις του. Το «τυφλό σημάδι» (tache aveugle) μέσω του οποίου ο Ντερριντά επιδιώκει να αναδείξει αυτή τη συγκαλυμμένη κειμενική λογική στο κείμενο του Πλάτωνα, είναι η λέξη φάρμακον. Δύο από τις κύριες σημασίες της είναι «ίαμα» και «δηλητήριο» – δύο σημασίες αντίθετες, οι οποίες δύσκολα θα μπορούσαν να συνυπάρξουν στην ίδια γλωσσική εκφορά ή στο ίδιο πλαίσιο χρήσης. Ωστόσο, αυτός είναι ακριβώς ο ισχυρισμός του Ντερριντά: ότι αυτές οι δύο αντίθετες σημασίες της λέξης είναι παρούσες μαζί παντού στο κείμενο του Πλάτωνα, υπερνικώντας κάθε προσπάθεια (από σχολιαστές ή μεταφραστές, ή ακόμα και τον ίδιο τον Πλάτωνα) να επιλεγεί η μία ή η άλλη σημασία της. Κεντρικό ρόλο στο επιχείρημα του Πλάτωνα γύρω από την καταδίκη της γραφής διαδραματίζει ένας αιγυπτιακός μύθος, τον οποίο ανακαλεί ο Σωκράτης. Ο Πλάτων απορρίπτει δια στόματος του βασιλιά Θαμούν τη γραφή ως επιβλαβές φάρμακον, επειδή θα οδηγήσει τους ανθρώπους στο να πάψουν να ασκούν τη μνήμη τους ή στο να παραγεμίσουν τους εαυτούς τους με γνώσεις, των οποίων την αλήθεια θα είναι ανίκανοι να κρίνουν για λογαριασμό τους (274e-275b). Εντούτοις, παρά την προσπάθεια του Πλάτωνα να ταυτίσει τη γραφή με την αρνητική σημασία του φαρμάκου, δηλαδή αυτή του δηλητηρίου, η αμφισημία της λέξης παραμένει ανεπίλυτη στο κείμενο, με τις σημασίες της διαρκώς να διασταυρώνονται. Έτσι, ενώ, για παράδειγμα, ο Πλάτων βάζει τον Σωκράτη να καταδικάζει τη γραφή ως ένα άχρηστο, επιβλαβές φάρμακον, το οποίο θα πρέπει να αποφεύγεται, από την άλλη τον παρουσιάζει να εκτρέπεται από τους συνηθισμένους του δρόμους και να βγαίνει από την πόλη (αυτός που ποτέ άλλοτε δεν την εγκατέλειψε) χάριν ενός γραπτού (λόγους ἐν βιβλίοις) που κρατάει ο συνομιλητής του Φαίδρος (230d-e, ΠΦ 75). Όπως συμπερασματικά υπογραμμίζει ο Ντερριντά, κάθε φορά που ο φιλοσοφικός “πέλεκυς” θα αναζητεί ανόθευτες ουσίες ή νοήματα, δηλαδή νησίδες μονοσημαντότητας, αναγκαστικά θα έρχεται αντιμέτωπος με αντιφάσεις.
Στα κείμενά του Χώρα (1987) και «Πώς να μην ομιλούμε. Αρνήσεις» (1986), ο Ντερριντά επικεντρώνεται στη λέξη «χώρα», όπως αυτή εμφανίζεται στον Τίμαιο. Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλόσοφο, ο ιδιάζων τρόπος με τον οποίο εμφανίζεται εντός του κειμένου του Πλάτωνα η συγκεκριμένη λέξη αποδομεί την κυρίαρχη, εντός της πλατωνικής μεταφυσικής, δυαδική ιεραρχική διάκριση μεταξύ του νοητού και του αισθητού, δηλαδή αποδομεί εν τέλει το πλατωνικό οικοδόμημα στο σύνολό του. Η χώρα, η οποία παρουσιάζεται από τον Τίμαιο να αποτελεί την «υποδοχή κάθε γέννησης» (49a), δεν ανήκει ούτε στο γένος των Ιδεών, ούτε των αισθητών, αλλά «σε ένα τρίτον γένος» (48e, 52a· Χώρα 15-16), το οποίο περιγράφεται από τον Πλάτωνα ως «δύσκολο και σκοτεινό» (χαλεπὸν καὶ ἀμυδρόν, 49a). Υπό αυτήν την έννοια, η χώρα «δεν δηλώνει κανέναν από τους γνωστούς, αναγνωρισμένους τύπους όντος […] αποδεκτούς από τον φιλοσοφικό λόγο» (Χώρα 25). Ο φιλοσοφικός λόγος αδυνατεί να εκφράσει την αλήθεια της χώρας, καθώς αυτή, με το να μην ανήκει σε ένα από τα δύο γένη, στερείται οποιασδήποτε (προσδιορίσιμης) ουσίας. Δεν μετέχει, όπως τα αισθητά, σε μια αιώνια ουσία, ούτε είναι η ίδια τέτοια. Η χώρα σηματοδοτεί το γεγονός ότι «υπάρχει [il y a]» κάτι που, όπως δηλώνει ο Πλάτων, «προσφέρει έδρα σε όλα όσα έχουν γεννηθεί» (52b) – χωρίς, όμως, να αποτελεί το ίδιο ούτε ον αλλά ούτε μηδέν. Καθώς βρίσκεται επέκεινα του νοητού και του αισθητού, καθώς δεν έχει νοητό ανάλογο, καθώς δεν μετέχει σε καμία Ιδέα (όπως συμβαίνει με τα αισθητά), διαφεύγει κάθε δυνατότητα προσδιορισμού και νοηματοδότησης. Όπως επισημαίνει ο Ντερριντά, η χώρα «δεν θα ανήκε πλέον στον ορίζοντα του νοήματος» (Χώρα 21). Αναφερόμενος στις «πλούσιες, πολυάριθμες, ανεξάντλητες» ερμηνείες που από την αρχαιότητα επιχειρούν να μας «πληροφορήσουν για τη σημασία ή την αξία της χώρας», ο Ντερριντά παρατηρεί ότι αυτές ««συνίστανται πάντοτε στο να τής δίνουν μορφή, καθορίζοντάς την, αυτήν η οποία ωστόσο δεν μπορεί να προσφερθεί ή να λογοδοθεί παρά με το να αποφεύγει όλους τους προσδιορισμούς» (Xώρα 23). Βέβαια, όπως παρατηρεί ένας άλλος αποδομιστής αναγνώστης του Τίμαιου, ο Τζων Σάλλις, το να πούμε ότι η χώρα διαφεύγει κάθε προσδιορισμό σημαίνει ότι καθορίζουμε γι’ αυτήν ένα «είδος προσδιορισμού πέρα από κάθε προσδιορισμό».
- Ντερριντά, Ζ. Περί γραμματολογίας. Αθήνα, 1990.
- Derrida, J. Πλάτωνος φαρμακεία. Αθήνα, 1990.
- Derrida, J. Χώρα. Αθήνα, 2000.
- Derrida, JDerrida, J. ed. . Psyché. Inventions de l’autre. 1998.
- Sallis, J. Epoché. 1994.