7η επιστολή
Η μόνη από τις πλατωνικές επιστολές που θεωρείται, από τους περισσότερους μελετητές, γνήσια. Περιγράφει τη σικελική περιπέτεια του Πλάτωνα, αλλά εμπεριέχει και μια βαρυσήμαντη φιλοσοφική παρέκβαση.
Η 7η Επιστολή απευθύνεται στους «συγγενείς και τους φίλους του Δίωνα», οι οποίοι είχαν ζητήσει τις συμβουλές του Πλάτωνα για τη σωστή πολιτική διακυβέρνηση. Έχει προηγηθεί ο θάνατος του
Δίωνα
, το 354 π.Χ., στην,επιτυχημένη τελικά, προσπάθειά του να ανατρέψει τον
Διονύσιο Β
’ στις Συρακούσες. Οι οπαδοί του λοιπόν, έχοντας πλέον πρόσβαση στην εξουσία, απευθύνονται στον Πλάτωνα ζητώντας του καθοδήγηση.Αν λοιπόν η 7η Επιστολή είναι γνήσια θα πρέπει να γράφηκε γύρω στο 353.
Η απάντηση του Πλάτωνα είναι περισσότερο ένας απολογισμός των
σικελικών του ταξιδιών
, και των κινήτρων του, και λιγότερο ένα σαφές πρόγραμμα πολιτικής οργάνωσης. Επί της ουσίας ο Πλάτων επαναλαμβάνει το δίδαγμα της Πολιτείας, ότι ελπίδα στις πόλεις υπάρχει μόνο όταν η εξουσία και η φιλοσοφική γνώση συμπέσουν στο ίδιο πρόσωπο. Η Επιστολή δεν προσφέρει στοιχεία για τη πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνα, αλλά είναι πολύτιμη για τη
βιογραφία
του. Από το κείμενο αυτό αντλούμε όσες πληροφορίες έχουμε για τη στάση του νεαρού Πλάτωνα απέναντι στους
Τριάκοντα
, αλλά και για τη σταθερή του απόφαση να μην περιοριστεί στην καθαρή θεωρία, και να προσπαθήσει να συνδέσει θεωρία και πράξη. Αυτή η απόφαση τον έφερε τρεις φορές στη Σικελία, και μάλιστα σε ώριμη ηλικία αφού το τρίτο ταξίδι έγινε το 361 π.Χ., και η ίδια απόφαση ίσως τον οδήγησε να ιδρύσει την
Ακαδημία
.
«Eκείνο που βάρυνε στη σκέψη μου ήταν ότι, αν επρόκειτο κάποτε να επιχειρήσω να εφαρμόσω όσα είχα σκεφτεί για τους νόμους και την πολιτεία, η δοκιμή έπρεπε να γίνει τώρα… Ξεκίνησα λοιπόν από την πατρίδα μου κυρίως γιατί ντρεπόμουν τον ίδιο μου τον εαυτό, μήπως φανεί ότι δεν είμαι παρά μόνο σκέτη θεωρία και ότι ουδέποτε επιλέγω να καταπιαστώ με κάποια πράξη».7η Eπιστολή, 328b-c
«Αν δεν συμβεί αυτό, ή να κυβερνήσουν στις πολιτείες οι φιλόσοφοι ή να ασχοληθούν με τη φιλοσοφία αυτοί που τώρα ονομάζουμε βασιλείς και δυνάστες, έτσι ώστε η πολιτική δύναμη και η φιλοσοφία να συμπέσουν στο ίδιο πρόσωπο,… δεν θα έχουν τελειωμό οι συμφορές στις πολιτείες ούτε ακόμη και στο ανθρώπινο γένος, κι ούτε τούτο το πολίτευμα που περιγράψαμε στη θεωρία θα λάβει πραγματική υπόσταση και θα βγει στο φως του ήλιου». Πολιτεία 473cd
Η 7η επιστολή θα συμπλήρωνε απλώς τα στοιχεία που μας δίνει ο Πλάτων στις υπόλοιπες επιστολές του, αν δεν εμπεριείχε μια μακρά και σημαντική φιλοσοφική παρέκβαση. Αφορμή για την παρέκβαση δίνει ο ισχυρισμός του Διονυσίου ότι γνωρίζει από πρώτο χέρι την ουσιαστική φιλοσοφική διδασκαλία του Πλάτωνα.
Ο Πλάτων λοιπόν ξαναπιάνει το νήμα του Φαίδρου, για την υπεροχή της προφορικότητας έναντι της γραφής, τώρα όμως κάνει ένα βήμα παραπάνω. Αφού δηλώσει ότι για την ίδια την ουσία των όντων δεν έχει γράψει ποτέ κανένα σύγγραμμα ούτε σκοπεύει να γράψει, θα το χαρακτηρίσει «ουδαμως ρητόν», αδύνατον να εκφραστεί επαρκώς όχι μόνο σε γραπτή αλλά και σε λεκτική μορφή (341c). Ως πραγματικό δρόμο της φιλοσοφίας θα σκιαγραφήσει μια πορεία ζωής, επίπονη, καθημερινή και μακρόχρονη, μια πορεία με οδηγό έναν γνώστη, μια κοινή αναζήτηση, που μπορεί να οδηγήσει τελικά στον ξαφνικό φωτισμό (εξαίφνης)της ψυχής του ανθρώπου (341cd). H πορεία αυτή είναι συνεχής γνωστική διερεύνηση και έλεγχος, ανάβαση και κατάβαση, σε μορφές λόγου, παραστάσεις και έννοιες (ονόματα, ορισμοί, είδωλα, γνώσεις) που έχουν εξ ορισμού εγκλωβιστεί στην αδυναμία της γλωσσικής έκφρασης, στην εγγενή της αβεβαιότητα, και είναι επομένως καταδικασμένες να μιλούν για το ποιόν των όντων και όχι για την ουσία τους (343e). O εγκλωβισμός αυτός σε μορφές λόγου που είναι από τη φύση τους ελαττωματικές μπορεί ενδεχομένως να διαρραγεί μόνο αν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Πρέπει πρώτα απ’ όλα η γνωρίζουσα ψυχή να έχει φυσική συγγένεια προς τα υψηλά αντικείμενα της έρευνάς της, να έχει τις κατάλληλες διανοητικές δυνατότητες, να είναι αφοσιωμένη στον σκοπό της (344ab). Aν διαθέτει αυτά τα εφόδια, πρέπει τότε να εξαντλήσει τις δυνατότητες της διαλεκτικής μεθόδου , μιας μεθόδου που στηρίζεται στις ερωτήσεις και απαντήσεις, όπου κάποιος διέρχεται όλες τις ατελείς γνωστικές μορφές, υποβάλλοντας σε «ευμενείς» και «άνευ φθόνου» «ελέγχους» την αλήθεια τους (243e-344b). Τότε μπορεί να αναδυθεί στην ψυχή του μανθάνοντος η αληθινή γνώση των όντων και έκτοτε να διατηρηθεί ζωντανή.
Υπάρχει επομένως ένας δύσκολος δρόμος για την πραγματική γνώση. Η γνώση αυτή προδίδεται όταν επιχειρήσουμε να της δώσουμε λεκτική έκφραση, εξαιτίας της αδυναμίας των λόγων. Μια τέτοια ρητή έκθεση, που θα αποσκοπούσε στην αποκάλυψη της ουσίας των όντων, θα ήταν εξ ορισμού ευάλωτη στον έλεγχο, ειδικά στον κακόπιστο και εριστικό έλεγχο.
O τονισμός του άρρητου χαρακτήρα της πραγματικής γνώσης μπορεί να οδηγήσει στη μυστικιστική ανάγνωση της φιλοσοφικής παρέκβασης της 7ης Eπιστολής. Θα μπορούσε κανείς, δίνοντας βάρος σε εκφράσεις του κειμένου που έχουν μια αποκαλυπτική χροιά, να θεωρήσει ότι ο Πλάτων υπονοεί ότι η πραγματική γνώση είναι άμεση, ενορατική, αδιαμεσολάβητη από τους «λόγους». Μια τέτοια ανάγνωση όμως παρακάμπτει την έμφαση του κειμένου στην επίπονη, καθημερινή διανοητική προσπάθεια και στη λειτουργικότητα των ορθών διαλεκτικών και ελεγκτικών μηχανισμών. Δεν υπάρχει ανθρώπινη γνώση έξω από τους «λόγους» αυτό είναι το νόημα του πλατωνισμού που διατυπώνεται με σαφήνεια στον
Φαίδωνα (99d). Οι λόγοι, παρά την εγγενή τους παθολογία, είναι συνυφασμένοι με την ανθρώπινη μοίρα. Το ουσιαστικό φιλοσοφικό λάθος, κατά τον Πλάτωνα, συνίσταται στο να θεωρήσει κανείς ότι η πραγματική γνώση μπορεί να παγιωθεί σε ένα σταθερό σύστημα, σε ένα οριστικό δόγμα - που κατ’ ανάγκην θα έχει λεκτική μορφή.
Δεν υπάρχει ομοφωνία των μελετητών για τη γνησιότητα της 7ης Eπιστολής ― αν και οι περισσότεροι την θεωρούν γνήσια. Η γλώσσα της δείχνει να έχει μεγάλη κοινότητα με τη γλώσσα των Νόμων. Και οι φιλοσοφικές θέσεις που εκφράζονται στην παρέκβαση αποτελούν σαφώς συνέχεια των αντίστοιχων θέσεων του Φαίδρου. Ο προβληματισμός ανακύπτει αφενός από το γεγονός ότι φαίνεται άκαιρη μια τόσο βαρυσήμαντη φιλοσοφική παρένθεση σε συμφραζόμενα μη φιλοσοφικά (οι οπαδοί του Δίωνα ήταν σε θέση να αντιληφθούν τα λεγόμενα του Πλάτωνα;), και αφετέρου η αιτιολόγηση της «αποχής» του Πλάτωνα από τη γραφή είναι εδώ περισσότερο ρητή και εμφατική από όσο θα ανέμενε κανείς.Ακόμη όμως και αν διατηρήσει κανείς επιφυλάξεις για τη γνησιότητά της 7ης Επιστολής, θα πρέπει να παραδεχτεί ότι πρόκειται για ένα κείμενο πολύ κοντά στην ουσία της πλατωνικής φιλοσοφίας.
- Κορμπέτη, Η. Πλάτων, Επιστολή Ζ’. Αθήνα, 1997.
- Irwin, T. Rhizai. 2009.
- Edelstein, L. Plato’s Seventh Letter. Λάϊντεν, 1966.
- Brisson, L, Platon, Lettres. Παρίσι, 1987.
- Gadamer, H.GGriswold, C.L. ed. . Platonic Writings, Platonic Readings. Nέα Yόρκη, 1988.
- Ledger, G.R .