Κατηγορία: Πρόσωπα

Σλάιερμαχερ, ερμηνευτική και Πλάτων

Ο Σλάιερμαχερ και ο Γκάνταμερ, παρά τις επιμέρους φιλοσοφικές και μεθοδολογικές διαφορές τους, επαναφέρουν στο προσκήνιο, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, τη διαλογικότητα της πλατωνικής φιλοσοφίας και στρέφουν την προσοχή μας στα χαρακτηριστικά του διαλόγου ως θεμελιώδους τρόπου ανάπτυξης και έκφρασης αυτής της φιλοσοφίας.

Ρομαντισμός και Σλάιερμαχερ

Ο Φρήντριχ Σλάιερμαχερ (Friedrich Daniel Ernst Schleiermacher, 1768-1834) υπήρξε μια πολύπλευρη χαρισματική προσωπικότητα που, ξεκινώντας ως θεολόγος και ιεροκήρυκας, ανέπτυξε δραστηριότητα στα πεδία της φιλοσοφίας, της κλασικής φιλολογίας, της παιδαγωγικής, της πολιτικής σκέψης. Η ιστορική σημασία της προσφοράς του έγκειται αφενός στη θεμελίωση της νεότερης ερμηνευτικής και αφετέρου στη γερμανική μετάφραση των πλατωνικών διαλόγων που εκπόνησε. Από τα δύο παράλληλα και μόνο εν μέρει τεμνόμενα ρεύματα της εποχής του, ο ρομαντισμός θα επηρεάσει τον Σλάιερμαχερ περισσότερο απ’ όσο ο γερμανικός ιδεαλισμός. Η σχέση του με την πλατωνική φιλοσοφία είχε την προέλευσή της στον φίλο και συνεργάτη του Σλέγκελ (Friedrich Schlegel, 1772-1829), ο οποίος είχε εκδηλώσει τον θαυμασμό του για τους πλατωνικούς διαλόγους ως εκδοχές μιας φιλοσοφίας διαρκούς αναζήτησης, στην οποία καθοριστικό ρόλο παίζει ο εσωτερικός διάλογος της ψυχής. Η πλατωνική διαλεκτική ανάγεται έτσι στο διαλογικό στοιχείο, το οποίο αντιπαρατίθεται στην (κυριάρχη εκείνη την εποχή) επιδίωξη μιας συστηματικής ενότητας: «μια φιλοσοφική συνομιλία δεν μπορεί να είναι συστηματική, διότι τότε παύει να είναι συνομιλία», ενώ «ο Πλάτων είχε μια φιλοσοφία, αλλά όχι ένα σύστημα».

Μια νέα θεωρία για τον διάλογο

Συμμεριζόμενος αυτήν τη θεώρηση, ο Σλάιερμαχερ θα αναλάβει μαζί με τον Σλέγκελ το εγχείρημα μιας γερμανικής μετάφρασης όλων των πλατωνικών διαλόγων. Ο σχεδιασμός ανάγεται στην περίοδο 1799-1803· στην πορεία, ωστόσο, ο Σλέγκελ λαμβάνει αποστάσεις και το βάρος πέφτει αποκλειστικά στον Σλάιερμαχερ, ο οποίος από το 1804 έως το 1828 θα μεταφράσει το μεγαλύτερο μέρος των πλατωνικών διαλόγων (με εξαίρεση τους Νόμους, τον Κριτία και τον Τίμαιο, καθώς και τις Επιστολές). Τα βασικά στοιχεία της θεώρησής του εκτίθενται στην περίφημη Εισαγωγή του 1804, με βασικότερη όλων τη θέση ότι η διαλογική μορφή δεν αποτελεί απλό περικάλυμμα ούτε τυχαία επινόηση, αλλά ουσιώδες συστατικό στοιχείο της πλατωνικής φιλοσοφίας. Η περίφημη ενότητα μορφής και περιεχομένου αποτελεί έκτοτε θεμελιώδη προκείμενη για ένα μεγάλο μέρος της πλατωνικής έρευνας. Με τον τρόπο αυτόν, ο Σλάιερμαχερ εισάγει ένα νέο παράδειγμα για τις πλατωνικές σπουδές, το οποίο υποκαθιστά τη νεοπλατωνική προσέγγιση που, κατά μία εκδοχή, ήταν έως τότε κυρίαρχη. Τα πλατωνικά κείμενα εμφανίζονται απελευθερωμένα από το βάρος της παράδοσης και ελεύθερα να αποτελέσουν αντικείμενο μιας μελέτης που θα επικεντρώνεται σε αυτά τα ίδια: σε ερωτήματα για την αυθεντικότητα, τη δομή τους, τη χρονολόγησή τους, τη δραματική δομή και τη λογοτεχνική τους ποιότητα. Γενικότερα, η πλατωνική φιλοσοφία μπορεί να αποσυνδεθεί από την παράδοση του «πλατωνισμού» και να απαλλαγεί από την κριτική που δεν αφορά παρά αυτόν και κάποιες δικές του μεταφυσικές σκληρύνσεις. Σε αντίθεση, πάντως, με τον Σλέγκελ, ο Σλάιερμαχερ αναγνωρίζει ότι οι διάλογοι περιέχουν μια πλήρη και συνεκτική φιλοσοφική θεώρηση. Αντιμέτωπος με το γνωστό ερμηνευτικό ερώτημα για τη σχέση όλου και μέρους, μεταθέτει στο πλατωνικό έργο τη δική του θέση ενός οιονεί ερμηνευτικού κύκλου, ο οποίος διανύεται προκειμένου τα μέρη να γίνουν κατανοητά μέσω του όλου και το όλο μέσω των μερών του. Αντιμετωπίζει έτσι το σύνολο του πλατωνικού έργου ως μια οργανική ολότητα, η οποία αναπτύσσεται βάσει ενός σχεδίου το οποίο είχε εξαρχής εκπονηθεί από τον Πλάτωνα. Η χρονολόγηση των διαλόγων τους καθιστά σταθμούς αυτού του ενιαία σχεδιασμένου εγχειρήματος και μας επιτρέπει να το ανασυγκροτήσουμε στην ολότητά του. Στην αφετηρία αυτής της πορείας τοποθετείται από τον Σλάιερμαχερ ο Φαίδρος, με τους υπόλοιπους διαλόγους να ακολουθούν ως σταθμοί μιας ενιαίας διαδικασίας, η οποία για τον αναγνώστη έχει και παιδευτικά χαρακτηριστικά. Το σχήμα αυτό κατέρρευσε πολύ σύντομα, ήδη με τη διαπίστωση ότι ο Φαίδρος ανήκει στη μέση περίοδο της πλατωνικής συγγραφικής δραστηριότητας. Εξίσου παραπειστική αποδείχτηκε και η θεώρηση του Πλάτωνα ως ενός «φιλοσοφικού καλλιτέχνη». Γενικότερα, οι περισσότερες από τις επιμέρους αναλύσεις του Σλάιερμαχερ δύσκολα καλύπτουν τις απαιτήσεις της σύγχρονης έρευνας. Μια ειδική πτυχή της κριτικής που του ασκήθηκε προέρχεται από τους εκπροσώπους της Σχολής της Τυβίγγης, οι οποίοι τον παρουσίασαν ως αυτουργό της πλήρους αποσιώπησης των πλατωνικών αγράφων δογμάτων. Ωστόσο, η ώθηση που έδωσε ο Σλάιερμαχερ στην έρευνα του πλατωνικού έργου διαρκεί ακόμη. Όσο για τις μεταφράσεις του, παρά τις επιφυλάξεις που ο ίδιος είχε, όταν σημείωνε ότι «σε πενήντα χρόνια ίσως κάποιος άλλος τα καταφέρει καλύτερα», αυτές εξακολουθούν να αποτελούν, διακόσια χρόνια από την εκπόνησή τους, όχι μόνο ένα βασικό μέσο πρόσληψης των πλατωνικών διαλόγων στον γερμανόφωνο κόσμο, αλλά και ένα εξαίρετο δείγμα γερμανικής πρόζας.

Η ύπαρξη μιας εσωτερικής, ξεχωριστής πλατωνικής διδασκαλίας [...] λαμβανόταν γενικά από την αρχαιότητα έως και τις αρχές του 19ου αιώνα ως αυτονόητη προϋπόθεση. Ήταν η αυθεντία του Σλάιερμαχερ που οδήγησε εντός ολίγου αυτή την καλά θεμελιωμένη αντίληψη σε σχεδόν πλήρη κατάρρευση. Είναι περίεργο να βλέπουμε σήμερα πώς κατάφερε, [...] με δέκα σελίδες Εισαγωγής στη μετάφρασή του, να καθορίσει για περισσότερο από έναν αιώνα τη γνώμη των ειδικών (H.J. Krämer, Arete bei Platon und Aristoteles. Zum Wesen und zur Geschichte der platonischen Ontologie, Heidelberg 1959, σελ. 18).

Γκάνταμερ

Σε αντίθεση με τον Σλάιερμαχερ, ο οποίος βλέπει την ερμηνευτική ως μια μεθοδολογία που καλείται να συμβάλει στην πρακτική επιστημών όπως η θεολογία και η φιλολογία, ο Γκάνταμερ (Hans-Georg Gadamer, 1900-2002) θα επιχειρήσει να την θεμελιώσει ως «φιλοσοφική ερμηνευτική»: ως ένα θεωρητικό εγχείρημα που θέτει το ερώτημα για τις συνθήκες και προϋποθέσεις του κατανοείν εν γένει. Εκκινώντας από τη γλωσσικότητα ως καθολική συνθήκη του κατανοείν, η φιλοσοφική ερμηνευτική αποκτά έτσι χαρακτηριστικά ευρύτερου οντολογικού εγχειρήματος. Η βασική μορφή της κατανόησης είναι ο διάλογος, στην ειδική του μορφή μιας σχέσης ερωταπόκρισης: «Όποιος θέλει να κατανοήσει, πρέπει να στραφεί πίσω από αυτό που έχει ειπωθεί. Πρέπει να το κατανοήσει ως απάντηση, μέσα από ένα ερώτημα του οποίου αυτό που έχει ειπωθεί αποτελεί την απάντηση». Ο διαλογικός χαρακτήρας της ερμηνευτικής αφορά κατεξοχήν τη σχέση μας με την ιστορία της φιλοσοφίας. Βαθιά επηρεασμένος από τους δύο μεγάλους φιλοσόφους της ιστορικότητας, τον δάσκαλό του Χάιντεγκερ αλλά και τον Χέγκελ, ο Γκάνταμερ θα στραφεί στη φιλοσοφική παράδοση αποβλέποντας όχι στη δοξογραφική καταγραφή της, αλλά σε μια φιλοσοφική αναμέτρηση μαζί της που δίνει τη δυνατότητα διαρκούς παραγωγής νέου νοήματος. Η κεντρική θέση που λαμβάνει ο Πλάτων σε αυτόν τον διάλογο απορρέει από τη συγγένεια που ο θεμελιωτής της φιλοσοφικής ερμηνευτικής νιώθει πως έχει με την πλατωνική φιλοσοφία. Έχοντας σπουδάσει για χρόνια με τον μεγάλο πλατωνιστή Φρήντλαίντερ (Paul Friedländer, 1882-1968), o Γκάνταμερ εκπόνησε το 1929, υπό την επίβλεψη του Χάιντεγκερ, την περίφημη υφηγεσία του με θέμα την «πλατωνική διαλεκτική ηθική» του Φίληβου. Η εντατική ενασχόλησή του με την πλατωνική φιλοσοφία θα διαρκέσει μέχρι το τέλος της ζωής του, καταλαμβάνοντας τρεις ολόκληρους τόμους των Απάντων του. Ο Γκάνταμερ δεν απορρίπτει την ύπαρξη των αγράφων δογμάτων, αλλά επιχειρεί μια ανάγνωσή τους η οποία δίνει έμφαση όχι στο Εν αλλά στην Αόριστο Δυάδα, δηλαδή στο απροσδιόριστο και ατελές της πραγματικότητας· τα χαρακτηριστικά αυτά προσδίδουν στη διαλεκτική μια «αδυναμία ολοκλήρωσης», δεν επιτρέπουν την οριστική μετεξέλιξή της σε επιστήμη και καθιστούν την ανθρώπινη γνώση ατελή και προσεγγιστική. Τα ίδια τα άγραφα δόγματα υποβάλλουν, συνεπώς, μια προτεραιότητα των διαλόγων και μια αναγκαιότητα επικέντρωσης στη δική τους δομή και κίνηση. Η κατανόησή τους συμπίπτει με την ερμηνευτική αναπαραγωγή αυτής της εσωτερικής κίνησης που συναντούμε εντός τους, καθώς οι διάλογοι εξ υπαρχής αποβλέπουν στην ενεργό ερμηνευτική εμπλοκή του αναγνώστη. Η πλατωνική διαλεκτική, όπως εξάλλου και η ερμηνευτική του ίδιου του Γκάνταμερ, δεν αποτελεί μια τυπική μέθοδο, αλλά ένα δυναμικό γίγνεσθαι που συνίσταται στη διαλογική επιτέλεσή του. Η μετεξέλιξη της πλατωνικής φιλοσοφίας σε μια δογματική μεταφυσική των “δύο κόσμων” αποτελεί παράγωγο ενός ύστερου πλατωνισμού· λαμβάνοντας απόσταση από την επικριτική στάση του ίδιου του Αριστοτέλη έναντι αυτού του αναδιπλασιασμού της πραγματικότητας, ο Γκάνταμερ θα επιχειρήσει να δείξει ότι οι δύο μεγάλοι φιλόσοφοι βρίσκονται πιο κοντά απ’ όσο συνήθως πιστεύεται. Αφενός υπερασπίζεται την αναγκαιότητα του πλατωνικού οντολογικού χωρισμού της Ιδέας του αγαθού από το «ανθρώπινο αγαθό», ενώ αφετέρου δείχνει ότι η πλατωνική αντίληψη του αγαθού βρίσκεται πολύ κοντά στην αριστοτελική φρόνηση και την προετοιμάζει. Η απόπειρα του Γκάνταμερ να “απαγκιστρώσει” τον Πλάτωνα από την παράδοση ενός δογματικού πλατωνισμού αποτελεί, μεταξύ άλλων, και μια υπεράσπισή του έναντι της κριτικής του Χάιντεγκερ ή του Νίτσε, που είδαν το πλατωνικό έργο ως απαρχή ολόκληρης της δυτικής μεταφυσικής και των δογματικών σκληρύνσεων που αυτή επέφερε. Η απόπειρα αυτής της απαγκίστρωσης συνιστά συγχρόνως μια επανατοποθέτηση του Πλάτωνα εντός της σωκρατικής παράδοσης – εγχείρημα που πρόσφατα χαρακτηρίστηκε ως «επανασωκρατικοποίηση του Πλάτωνα». Η επίδραση του Γκάνταμερ στην πλατωνική έρευνα των τελευταίων δεκαετιών υπήρξε μεγάλη και ιδιαίτερα σημαντική. Χαρακτηριστική είναι η περίφημη ερμηνεία του μαθητή του Βήλαντ (Wolfgang Wieland) για τη «μη-αποφαντικότητα» (Nichtpropositionalität) της γνώσης: Η διαλογική μορφή αποτελεί αποτέλεσμα της επίγνωσης ότι η γνώση των Ιδεών δεν έχει αποφαντικό χαρακτήρα, δηλαδή δεν μπορεί να συνοψισθεί και να διατυπωθεί με τους όρους μιας συνήθους πρότασης.

Συγγραφέας: Παναγιώτης Θανασάς
  • Gadamer, H.G. Gesammelte Werke,τόμ. 5-7. Tübingen, 1999.
  • Gadamer, H.G. Dialogue and Dialectic: Eight Hermeneutical Studies on Plato. New Haven, 1980.
  • Gadamer, H.G. Archives de Philosophie. 1969.
  • Renaud, F. , Gill, C. eds. Hermeneutic Philosophy and Plato. Gadamer. Sankt Augustin, 2010.
  • Kobusch, Τ. "Die dialogische Philosophie Platons (nach Schlegel, Schleiermacher und Solger)." Mojsisch, B., Kobusch, T. eds. Platon in der abendländischen Geistesgeschichte. Darmstadt, 1997.
  • Krämer, H. "Fichte, Schlegel und der Infinitismus in der Platondeutung." Deutsche Vierteljahrschrift für Literaturwissenschaft und Geistesgeschichte 62 (1988)
  • Lamm, J.A. "Schleiermacher as Plato Scholar." The Journal of Religion 80 (2000)
  • Renaud, F. Die Resokratisierung Platons: Die platonische Hermeneutik Hans-Georg Gadamers. Sankt Augustin, 2010.
  • Schleiermacher, F.D.E. Über die Philosophie Platons. Hamburg, 1996.
  • Szlezák, T.A. "Friedrich Schleiermacher und das Platonbild des 19. und 20. Jahrhunderts." Wenz, G., Rohls, R. eds. Protestantismus und deutsche Literatur. Göttingen, 2004.
Νεοπλατωνισμός

Νεοπλατωνισμός

νεολογισμός του 19ου αιώνα ο οποίος αναφέρεται α) στην...

Θωμάς Ακινάτης

Θωμάς Ακινάτης

Ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους του Μεσαίωνα...

Πλατωνική διαλεκτική

Πλατωνική διαλεκτική

Η «διαλεκτική» επινοείται από τον Πλάτωνα για...

Σουχραουάρντι

Σουχραουάρντι

Ιρανός φιλόσοφος του 12ου αιώνα, ιδρυτής της σχολής του...