Χαρμίδης
Παραδοσιακά, ο Χαρμίδης θεωρείται ότι ανήκει στους λεγόμενους Σωκρατικούς διαλόγους του Πλάτωνα. Το βασικό θέμα του είναι η σημασία της σωφροσύνης, μιας πρωτεύουσας αρετής που θεωρείτο ευρέως ότι περιελάμβανε την αυτοσυγκράτηση και κυρίως την αυτογνωσία.
Μιλώντας σε πρώτο πρόσωπο και σε παρελθοντικό χρόνο, ο Σωκράτης αποσαφηνίζει ότι ο διάλογος που πρόκειται να αφηγηθεί χώρα έλαβε χώρα αμέσως μετά την επιστροφή του από την Ποτίδαια το φθινόπωρο του 432 πχ ή την άνοιξη του 429 πχ. Σε κάθε περίπτωση, επομένως, ο διάλογος διαδραματίζεται χρονικά κοντά στην έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου στην Αθήνα, και πιο συγκεκριμένα στην παλαίστρα του Ταυρέα κοντά στο ιερό της Βασίλης.
Ο διάλογος είναι περίπλοκος υπό την έννοια ότι ακολουθεί τη σύμβαση του πλαισίου εντός του πλαισίου. Το εξωτερικό πλαίσιο αποτελείται από τον Σωκράτη και τον φίλο του. Το εσωτερικό περιλαμβάνει ανταλλαγή επιχειρημάτων ανάμεσα σε τέσσερις χαρακτήρες: το Σωκράτη, τον Χαιρεφώντα (παλιό φίλο του Σωκράτη), τον Κριτία (που παρουσιάζεται ως οικείος του Σωκράτη και στον οποίο αντιστοιχούσε ιστορικά ο ηγέτης των Τριάκοντα Τυράννων) και τον νέο και ευπαρουσίαστο Χαρμίδη, τον οποίο ο Πλάτωνας εμφανίζει ως ξάδελφο του Κριτία ενώ εμείς γνωρίζουμε ότι ιστορικά συμμετείχε στο καθεστώς των Τριάκοντα. Στην πραγματικότητα, τόσο ο Κριτίας όσο και ο Χαρμίδης ήταν συγγενείς του Πλάτωνα.
Ο Σωκράτης αφηγείται σε έναν ανώνυμο ακροατή μία συνάντηση. Αμέσως μετά την επιστροφή του στην Αθήνα, σύμφωνα με την αφήγηση, πηγαίνει στην παλαίστρα όπου συναντά πολλούς από τους γνωστούς του. Ρωτά για την κατάσταση της φιλοσοφίας και αν υπάρχουν νέοι άνδρες που διακρίνονται για τη σοφία ή την ομορφιά τους, ή και για τα δύο (153e). Ο Κριτίας απαντά ότι ο Χαρμίδης είναι ξακουστός και για τα δύο και, πράγματι, η εμφάνιση του τελευταίου αποδεικνύει ότι ο νεαρός έχει υπέροχη κατατομή και κάλλος (154c) ενώ προκαλεί αναστάτωση στην αντρική συντροφιά και σεξουαλική διέγερση στο Σωκράτη. Ο Σωκράτης υπόσχεται να εξετάσει αν η ψυχή του νέου είναι τόσο τέλεια όσο η σωματική του εμφάνιση (154e). Ο Χαρμίδης συμφωνεί να εξετάσει από κοινού με το Σωκράτη το ερώτημα τού κατά πόσο κατέχει την αρετή της σωφροσύνης (158d-e). Στην ουσία, η σωφροσύνη και οι διαδοχικές απόπειρες να την ορίσει κανείς αποκαλύπτονται ως το κύριο θέμα του διαλόγου.
Σύμφωνα με τον πρώτο ορισμό του Χαρμίδη, η σωφροσύνη συνίσταται στο να πράττει κανείς με κόσμιο και διακριτικό τρόπο. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα είδος διακριτικότητας (159b). Εκκινώντας από τις απόψεις του Χαρμίδη, ο Σωκράτης του δείχνει ότι η σωφροσύνη είναι πάντοτε μια αξιοθαύμαστη ιδιότητα και εφόσον σε θέματα που αφορούν το σώμα και το μυαλό η διακριτικότητα είναι συχνά λιγότερο αξιοθαύμαστη από το αντίθετό της, εξυπακούεται ότι η σωφροσύνη δεν μπορεί να είναι ένα είδος διακριτικότητας (159c-160d). Ο Χαρμίδης αντιπροτείνει έναν δεύτερο ορισμό λέγοντας ότι η σωφροσύνη είναι ένα είδος αιδούς και μετριοφροσύνης (160e), ο οποίος (ορισμός) αναιρείται από τον Σωκράτη κατά τον ίδιον τρόπο (160e-161a). Ο Χαρμίδης στη συνέχεια προτείνει έναν τρίτο ορισμό, τον οποίο έχει ακούσει από κάποιον άλλο, σύμφωνα με τον οποίο η σωφροσύνη είναι στην ουσία το να πράττει κανείς αυτό που κρίνει σκόπιμο για τον εαυτό του (161b). Καθίσταται σαφές πλέον ότι συντάκτης του ορισμού είναι ο Κριτίας, ο οποίος παρεμβαίνει στη συζήτηση και αναλαμβάνει τη συνέχιση της επιχειρηματολογίας (162e).
Ο Κριτίας προβαίνει στη διάκριση μεταξύ του να κάνει και να ποιεί κανείς κάτι [πράξιν ή ποίησιν] και τροποποιεί σχετικά τον ισχυρισμό που είχε προβάλει ο Χαρμίδης: τώρα η σωφροσύνη ορίζεται με γνώμονα το να πράττει κανείς καλά πράγματα (163e) ή να εκτελεί χρήσιμες και επωφελείς πράξεις (Πβ. 164a-b). Αυτός ο τέταρτος ορισμός αναιρείται με τη σειρά του όταν ο Σωκράτης τονίζει ότι, αν ίσχυε ο ορισμός αυτός, θα έπρεπε οι έχοντες σωφροσύνη να έχουν άγνοια για αυτή τους την ιδιότητα (164b-c).
Αντί να δεχθεί αυτόν τον ισχυρισμό, ο Κριτίας αντιπροτείνει έναν πέμπτο κατά σειρά: η σωφροσύνη είναι η αυτογνωσία (164d, 165b), η γνώση ή η επιστήμη του εαυτού (165d). Χρησιμοποιώντας αναλογίες από συγκεκριμένα επιστημονικά πεδία και τέχνες, όπως η ιατρική, ο Σωκράτης ισχυρίζεται ότι η σωφροσύνη ως γνώση ή επιστήμη θα πρέπει να έχει ένα αντικείμενο διακριτό από αυτή την ίδια και διερωτάται ποιό μπορεί να είναι αυτό το αντικείμενο. Ο έκτος ορισμός της σωφροσύνης, επομένως, διαμορφώνεται ως εξής: μόνη αυτή μπορεί να είναι γνώση ή επιστήμη του εαυτού της και των άλλων επιστημών ταυτόχρονα (166e).
Σε σχέση με την πιθανότητα μιας γνώσης που θα εμπεριέχει το στοιχείο της μετεπίγνωσης, δηλαδή μιας γνώσης της γνώσης, ο Σωκράτης αναγκάζει τον Κριτία να παραδεχθεί ότι το θέμα της μετεπίγνωσης φαίνεται παράξενο σε ορισμένες περιπτώσεις ενώ σε άλλες απολύτως αδύνατον. Ο Σωκράτης χαρακτηρίζει την όλη συζήτηση μη ολοκληρώσιμη ενώ αποδίδει ιδιαίτερη βαρύτητα στο επόμενο επιχείρημα, που αφορά το κατά πόσο μια επιστήμη των επιστημών θα ήταν κοινωνικά επωφελής.
Η πρώτη φάση του επιχειρήματος έχει ως εξής: αν υποθέσουμε ότι υπάρχει επιστήμη των επιστημών, αυτή θα μπορεί μόνον να προσδιορίσει ότι κάτι αποτελεί επιστήμη, αλλά όχι το περιεχόμενο της επιστήμης αυτής (170a-e). Θα φαινόταν δηλαδή ότι το να γνωρίζει κάποιος ότι κάποιος άλλος είναι γιατρός υπονοεί και τη γνώση του περιεχομένου της ιατρικής επιστήμης. Αλλά αυτό αποκτάται μόνο γνωρίζοντας την ιατρική και όχι με το να (ανα)γνωρίζει κανείς ένα γνωστικό πεδίο (171a-c). Σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό, επομένως, είναι ανώφελο να ορίζει κανείς τη σωφροσύνη ως γνώση της γνώσης. Στο δεύτερο στάδιο του επιχειρήματος, ο Σωκράτης δέχεται υποθετικά για χάρη της συζήτησης ότι ο σώφρων άνθρωπος γνωρίζει τι γνωρίζει καθώς και ότι γνωρίζει (171d, 172c-d) και στη συνέχεια στοχάζεται πάνω στα οφέλη της σωφροσύνης σε αυτή την περίπτωση (173a-d). Όμως, αντιτείνει ο Σωκράτης, το να ζει κανείς με σωφροσύνη, δηλαδή κατέχοντας τη γνώση της γνώσης, δεν συνεπάγεται ότι θα πορευτεί καλά στη ζωή ή θα ζήσει ευτυχισμένος (173d).
Με την τελευταία φάση του επιχειρήματός του, ο Σωκράτης επιδιώκει να κάμψει την αντίσταση του Κριτία πάνω σε αυτό το θέμα. Αποσπά από τον τελευταίο την παραδοχή ότι η επιστήμη του καλού και του κακού είναι η μόνη υπεύθυνη για την ευτυχία (174b). Αυτή η επιστήμη, και όχι η σωφροσύνη ως επιστήμη της επιστήμης, είναι επωφελής για μας (174d). Από τη στιγμή που η επιστήμη της επιστήμης έχει μόνο τον εαυτό της ως αντικείμενο, δεν δύναται να παραγάγει το έργο των άλλων επιστημών και δεν μπορεί να δημιουργήσει οτιδήποτε χρήσιμο (174e-175a). Η σωφροσύνη οριζόμενη ως επιστήμη των επιστημών αποδείχθηκε άχρηστη. Ο Σωκράτης, όμως, εξακολουθεί να πιστεύει ότι η σωφροσύνη αποτελεί μέγιστο αγαθό που η παρουσία του στη ψυχή συναιρείται με την ευτυχία (175e-176a).
Κανένας διάλογος του Πλάτωνα δεν έχει τύχει τόσο διαφορετικών ερμηνειών όσο ο Χαρμίδης. Σύμφωνα με την παρούσα ερμηνεία, ο Χαρμίδης είναι τυπικά ένας Σωκρατικός διάλογος αλλά φιλοσοφικά ένας μεταβατικός διάλογος που τείνει προς τα επιστημολογικά και μεταφυσικά δόγματα του Πλάτωνα, όπως τα επεξεργάστηκε κατά τη μεσαία και ύστερη περίοδο παραγωγής του. Ο διάλογος αυτός θα μπορούσε να θεωρηθεί συνοδευτικός του διαλόγου Ευθύδημος.
Οι ερμηνευτικές προκλήσεις εδώ έχουν να κάνουν με τις τρεις διαδοχικές απόπειρες του Χαρμίδη να ορίσει την έννοια της σωφροσύνης. Τα αντίστοιχα διαλεκτικά επιχειρήματα έχουν τύχει αρνητικής κριτικής εξαιτίας του ότι περιέχουν μη έγκυρες επαγωγές και συλλογιστικά λάθη. Το ίδιο ισχύει και για τις προσπάθειες του Κριτία να ορίσει τη σωφροσύνη ως το να πράττει κανείς αυτό που επιθυμεί. Αντίθετα προς την παραδοσιακή άποψη, ο Κριτίας προτείνει μια λεπτοφυή και αποτελεσματική πλευρά του ορισμού αυτού. Ο επόμενος ισχυρισμός του Κριτία ότι η σωφροσύνη είναι ένα είδος αυτογνρκώς. Σύμφωνα με την ανά χείρας ερμηνεία, ο σύντομος λόγος με τον οποίο προτείνει αυτό τον ορισμό αποτελεί παράδειγμα ρητορικής επίδειξης και ιδιοφυή διαλεκτική κίνηση μέσω της οποίας ο Κριτίας υπενθυμίζει στο Σωκράτη τη δέσμευσή του στον διανοητικισμό και την αξία της αυτογνωσίας.
Ωστόσο, μακράν οι μεγαλύτερες προκλήσεις εντοπίζονται σε σχέση με το δεύτερο μέρος του διαλόγου, όπου ο Κριτίας διατυπώνει και στη συνέχεια προσπαθεί να υπερασπιστεί τον τελικό του ορισμό της σωφροσύνης. Το διαλεκτικό επιχείρημα που αναπτύσσεται σε αυτό το σημείο δεν αποτελεί παρέκβαση, όπως λανθασμένα θεώρησαν ορισμένοι σχολιαστές, αλλά μάλλον τον πυρήνα του διαλόγου. Το επιχείρημα αναιρεί το συγκεκριμένο είδος διανοητικής προσέγγισης, που προτείνει ο Κριτίας, δηλαδή τον ισχυρισμό ότι η αρετή αποτελεί ένα είδος αντανακλαστικής γνώσης χωρίς ουσιώδες περιεχόμενο. Ο Σωκράτης αντιμετωπίζει τον Κριτία με μια περίπλοκη φιλοσοφική πρόκληση: πρέπει πρώτα να αποδείξει ότι "η γνώση του εαυτού της (της σωφροσύνης) και των άλλων γνώσεων" είναι εφικτή και, κατά δεύτερο λόγο, υποθέτοντας ότι κάτι τέτοιο είναι δυνατό, να αποδείξει ότι είναι επωφελής. Παρά το γεγονός ότι διάφοροι σχολιαστές θεωρούν το πρώτο επιχείρημα ανεπαρκές και το δεύτερο αδύναμο, στην πραγματικότητα και τα δύο επιχειρήματα πετυχαίνουν απόλυτα στο σκοπό τους.
Συμπερασματικά, ο Χαρμίδης είναι ένας ιδιαίτερα περίπλοκος και πλούσιος σε περιεχόμενο διάλογος. Δημιουργήθηκε με μεγάλη δεξιοτεχνία και προσοχή στις ψυχολογικές λεπτομέρειες. Περιέχει σημαντικές φιλοσοφικές προκλήσεις ενώ η διαλεκτική εξέταση του τελικού ορισμού της έννοιας της σωφροσύνης, όπως διαμορφώνεται από τον Κριτία, αποτελεί ένα από τα πιο συγκροτημένα και συναρπαστικά επιχειρημένα σε ολόκληρη τη γραμματεία του Πλάτωνα.
- McCabe, Μ.Μ. "Looking inside Charmides’ Cloak: Seeing Others and Oneself in Plato’s Charmides." Scott, D. ed. Maieusis: Essays in Ancient Philosophy in Honour of Myles Burnyeat. Οξφόρδη, 2007.
- Politis, V. Phronesis. 2008.
- Tsouna, V. "Socrates’ Attack on Intellectualism in the Charmides." Apeiron 30 (1997)
- Tuozzo, T.M. Plato’s Charmides. Positive Elenchus in a “Socratic” Dialogue. Κέμπριτζ, 2011.